Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)
Χίος: ο μικρόκοσμος του νησιού απέναντι από τις τουρκικές ακτές βρίσκεται στο επίκεντρο των προσφυγικών ρευμάτων. Ο Γιώργος Μονογιούδης γίνεται ξεναγός για το diablog.eu του δέκατου μεγαλύτερου σε έκταση νησιού της Μεσογείου, όπου και γεννήθηκε ο ίδιος, και μας μιλά για τα Μαστιχοχώρια, την πλούσια ιστορία του τόπου, τη λογοτεχνική κληρονομιά και την ποικιλομορφία της φύσης.
Δυο λόγια περί μοναδικότητας
Τι ωθεί τους νησιώτες να νιώθουν βαθιά πεπεισμένοι για τη μοναδικότητα του τόπου τους; Ένας στεριανός μου εξήγησε ότι για όλα φταίει η θάλασσα: αν το βουνό οριοθετεί τον θεατό απ’ τον αθέατο κόσμο, η θάλασσα επιβάλλει με τρόπο αδιαπραγμάτευτο τα στενά όρια του μικρόκοσμου που αποκαλούμε νησί. Το φυσικό αυτό εμπόδιο επιτείνει την αίσθηση της απομόνωσης, όπως υπαινίσσεται το λατινικό insula, πάνω στο οποίο βασίστηκαν οι περισσότερες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες.
Απεναντίας, ο αρχαιολόγος Χρίστος Ντούμας ερμηνεύει τον αντίστοιχο ελληνικό όρο με το επιχείρημα ότι τα νησιά σ’ ένα κλειστό αρχιπέλαγος όπως αυτό του Αιγαίου προσλαμβάνονται ως πλεούμενα γιατί «νέουν», δηλαδή κολυμπούν (Ασδραχάς, Σπ., Ένας ιδεότυπος του νησιωτισμού, Η Καθημερινή, 27 Σεπτεμβρίου 2009). Αυτό το στοιχείο κίνησης σε μια περίκλειστη θάλασσα υποδηλώνει την ανάγκη επικοινωνίας των επί μέρους μικρόκοσμων μεταξύ τους στην προσπάθεια να υπερβούν τα όρια που θέτει η ίδια η φύση.
Και αν η διέξοδος προς τη θάλασσα είναι αναπόφευκτη για όλα τα νησιά, λίγα από αυτά κατάφεραν να συνδέσουν τον τοπικό μικρόκοσμο με το παγκόσμιο περιβάλλον στο βαθμό που το πέτυχε η Χίος δια μέσου των αιώνων. Ναυτικοί με έμφυτο εμπορικό πνεύμα ήδη από την αρχαιότητα, οι Χιώτες κατέκτησαν τις εσχατιές του κόσμου χωρίς ν’αποκόψουν τους δεσμούς με τον γενέθλιο τόπο. Αυτή η αντίθεση και συνάμα σύνθεση ενός κοσμοπολιτισμού με το βαθιά λαϊκό στοιχείο αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό αυτού που θα τολμούσα να αποκαλέσω «χιακή ταυτότητα».
Αντίστοιχα, και πέρα απ΄ την κοινοτοπία, στη Χίο σμίγει η Δύση με την Ανατολή κατά τρόπο αρμονικό. Παρά το γεγονός ότι ανέκαθεν κοιτούσε προς τη δεύτερη, όπως μαρτυράει η μέχρι σήμερα ασύμμετρη γεωγραφικά κατοίκηση του νησιού, η χιακή κοινωνία, τόσο η ντόπια όσο και της διασποράς, ταυτίστηκε όσο λίγες με τα κεκτημένα της Εσπερίας όπως το φιλελεύθερο πνεύμα και η πίστη στην πρόοδο. Αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εκπαίδευση που έχει πρωταρχική σημασία για τους Χιώτες ανεξαρτήτως κοινωνικής προέλευσης ή οικονομικής επιφάνειας. Παρόλαυτά, η Χίος εξακολουθεί να ξυπνάει και να κοιμάται με το βλέμμα στην Ανατολή, χωρίς να λησμονεί ότι μεγάλο μέρος του ένδοξου παρελθόντος της το οφείλει σ’ αυτήν.

Αρκούν όλα αυτά για να καταστήσουν έναν τόπο μοναδικό; Για τους Χιώτες, σίγουρα ναι. Και αυτό γιατί πέρα από τα ιστορικά γεγονότα και τα απτά δεδομένα η σχέση με το νησί δεν εξηγείται ορθολογικά καθότι βιωματική. Μια βόλτα μέχρι τον τάφο του Ψυχάρη λίγο βορειότερα της Χώρας της Χίου συνηγορεί ως προς αυτό. Ο γενημμένος στην Οδησσό, μεγαλωμένος στη Κωνσταντινούπολη και τη Μασσαλία και σπουδαγμένος στο Παρίσι φιλόλογος και λογοτέχνης ζήτησε να ταφεί στον τόπο καταγωγής του πατέρα του και να γραφεί στο μνήμα του το ακόλουθο απόσπασμα στη δημοτική που με τόση θέρμη υπερασπίστηκε:
«Μοιρολογίστρες Χιώτισσες, πατριώτισσές μου, μαννάδες, αδερφάδες, θυγατέρες μου, εσείς όλες αν τύχη μια μέρα και κατεβήτε στ’ ακρογιάλι, αν τύχη και περάσετε μπροστά στο άσπρο μου το μνήμα, σταθήτε μια στιγμή, τραγουδήστε μου ένα μοιρολόι, από κείνα που σας άκουσα να τραγουδάτε σαν είμουνε παλληκάρι και πήγα στα χωριά της μαστίχας να μάθω τη λαλιά σας τα ρωμαίικα. Ποιός ξέρει, μπορεί να με ξυπνήσουνε άξαφνα ως και στον τάφο. Τόσο τ’ αγάπησα, τόσο βαθιά τα’ βαλα μέσα για μέσα στην καρδιά μου, τη ρωμαίική μου την καρδιά. Δεν είναι ανάγκη νάχη το μοιρολόι σας λόγια πολλά. Φτάνουνε δύο. Πήτε μονάχα πως γύρισα τον κόσμο πέρα, πέρα, πως άφησα τη Γαλλία και πως ήρθα να ζεσταθώ, πως ήρθα να ξαποστάσω στου ήλιου μας το φως, στην καλοσύνη της πατρίδας».
Αντίστοιχα, ο «Χιώτης διαβολόλωλος αστείου χαρακτήρος» Γεώργιος Σουρής, ένας απ’ τους σπουδαιότερους σατιρικούς ποιητές της νεότερης Ελλάδας, γεννημένος στην Ερμούπολη της Σύρου και με καταγωγή μεταξύ άλλων απ’ τα Κύθηρα, έγραψε για τον εαυτό του:
«Κατ’ άλλους είμαι γέννημα της ηρωίδος Χίου,
και λέγουν πως εξ ευγενούς κατάγομαι στοιχείου,
πλην άλλοι παραδέχονται πατρίδα μου την Σύρον,
και άλλοι περισσότεροι την νήσον των Κυθήρων.
Άλλα εγώ επιθυμώ να είμαι πάντα Χιώτης,
και κάποτε και Συριανός και εσθ’ ότε Τσιριγώτης».
Τι θέλω να πω με όλα αυτά; Ουσιαστικά απολογούμαι προκαταβολικά για την αδυναμία μου να προσφέρω μια πλήρως αντικειμενική ματιά στον ενδιαφερόμενο επισκέπτη. Γιατί όσο συναρπαστικά και αν είναι τα μέρη που κατοικώ ή επισκέπτομαι, πάντα θα επιστρέφω στο νησί ανανεώνοντας το ραντεβού μου με τους ανθρώπους και τον τόπο.
Οδηγίες προς ναυτιλλομένους
Θα ξεκινήσω με τη διαπίστωση ότι ο αρχικός τίτλος είναι εν μέρει παραπλανητικός γιατί τίποτα πλέον δεν είναι άγνωστο ακόμα και σε τόπους που αντιστέκονται στον μαζικό τουρισμό όπως η Χίος. Ωστόσο, αν η γνώση οφείλει να συνεπάγεται κατανόηση, πρόθεσή μου είναι στο κείμενο αυτό να μοιραστώ μέσα από συγκεκριμένες προτάσεις τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τη Χίο ως προορισμό.
Όλα ξεκινάνε από τη Χώρα της Χίου, η οποία αποτέλεσε για πολλά χρόνια πέρασμα προς τα κύρια αξιοθέατα και παραθεριστικά κέντρα του νησιού. Η αλήθεια είναι πως η πρώτη οπτική επαφή δια θαλάσσης δεν ανταποκρίνεται στις νησιωτικές προσδοκίες του μέσου επισκέπτη, άλλα δεδομένων των βελτιώσεων που έχουν σημειωθεί τα τελευταία χρόνια, θα πρέπει πλέον να το ξανασκεφτείτε πριν την εγκαταλείψετε χωρίς δεύτερη σκέψη.
Η Χώρα της Χίου δεν θα αποκτήσει ποτέ τη λιγουριανή αύρα του Κάμπου, τη μεσαιωνική γοητεία των Μεστών ή τη νησιωτική διάθεση της Λαγκάδας, όχι γιατί τα στοιχεία αυτά της είναι ξένα, άλλα επειδή ανέκαθεν υπήρξε πόλη με τα προτερήματα και μειονεκτήματά της! Αποδεχθείτε το γεγονός αυτό και θα διαπιστώσετε ότι έχει να σας προσφέρει πολλά περισσότερα απ’ όσα νομίζατε…

Στη διαδρομή που προτείνω μπορεί κανείς να περιηγηθεί τα βασικά «αξιοθέατα» της πόλης παίρνοντας παράλληλα μια πρώτη γεύση των κοινωνικών διεργασιών που συνδιαμόρφωσαν τη Χώρα της Χίου. Σημείο έναρξης το λιμάνι, εκεί που δένει το πλοίο. Αν και ορατή η διαφορά με μια πιο προσεκτική ματιά, λίγοι απ’ τους επισκέπτες γνωρίζουν ότι το τμήμα εκείνο του λιμανιού έμεινε στην ιστορία με την ονομασία «φτωχιά προκυμαία» ως αντιπαραβολή του απέναντι μετώπου παραθαλάσσιων μεγάρων που κατείχε και διαχειριζόταν η αστική τάξη. Με εξαίρεση το αρ ντεκό «Ρεξ» που ξεκίνησε να χτίζεται το 1936 κατά τα πρότυπα του ομώνυμου κινηματογράφου στην Αθήνα, η φτωχιά προκυμαία δεν αποποιήθηκε ποτέ το λαϊκό της χαρακτήρα και αποτέλεσε τη νότια είσοδο του μικρόκοσμου που λέγεται Κάστρο…
Η εξωραϊσμένη πλέον πλατεία του τελευταίου, λίγα μόλις βήματα μακριά απ’ τη δέστρα του πλοίου, σε τίποτα δεν θυμίζει τη μέχρι πρότινος γοητευτική παρακμή της κεντρικής αυτής συνοικίας της Χώρας. Το Κάστρο ουδέποτε άλλαξε θέση, άλλα για πολλά χρόνια προσποιούμασταν ότι δεν υπήρχε. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην περιθωριακή κοινωνική του θέση, καθότι αποτέλεσε τόπο κατοικίας αρχικά των Οθωμανών και έπειτα των Μικρασιατών προσφύγων. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια τα πράγματα άλλαξαν.
Η εντυπωσιακή τάφρος έπαψε να αποτελεί χώρο στάθμευσης, τα οθωμανικά λουτρά απέκτησαν νέα πνοή, ενώ οι αναστηλωτικές εργασίες στο επιθαλάσσιο τείχος συνεχίζονται. Με αφετηρία την κεντρική πλατεία του Κάστρου, αφιερώστε λίγο χρόνο παρατηρώντας τα τουρμπάνια των οθωμανικών τάφων του πλαϊνού νεκροταφείου και έπειτα χαθείτε στα δαιδαλώδη σοκάκια του αναζητώντας το ετοιμόρροπο Χαμηδιέ Τζαμί, το Εσκί Τζαμί με τη σκαλιστή μαρμάρινη κρήνη που πλέον αποτελεί ναό αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο, τα αναστηλωμένα λουτρά και τις χορταριασμένες πολεμίστρες. Ειδικά από την βόρεια πλευρά του επιθαλάσσιου τείχους μπορείτε να παρατηρήσετε σε κοντινή απόσταση τα Ταμπάκικα, την άλλοτε βιομηχανική περιοχή της πόλης, και τους αναστηλωμένους ανεμόμυλους που τα τελευταία χρόνια έχουν καταστεί ανεπίσημο σύμβολο του νησιού.

Επιστρέφοντας στην πλατεία του Κάστρου και περνώντας μέσα απ’ την πύλη «Porta Maggiore» αφήνετε την τάφρο πίσω σας και κατευθύνεστε προς την κεντρική πλατεία της πόλης, το αποκαλούμενο «Βουνάκι». Εδώ ο πολεοδομικός σχεδιασμός υπερίσχυσε της υπάρχουσας ρυμοτομίας και προσέφερε στην πόλη ένα πάρκο σε σχήμα… ζέπελιν με κτίρια διοίκησης εκατέρωθεν άλλα ταυτόχρονα καλά ριζωμένο στα σοκάκια της παλιάς πόλης. Όσο και αν σας εντυπωσιάζουν οι αιωνόβιες αρωκάριες, οι προτομές επιφανών Χίων και το άγαλμα του μπουρλοτιέρη Κανάρη, μάλλον θα βρείτε πολύ σύντομα τον εαυτό σας να χάνεται στα στενά δρομάκια της αγοράς, κομβικό σημείο της οποίας ήταν, είναι και θα είναι η γνωστή σε όλους «Απλωταριά». Η ονομασία της πιθανολογείται ότι προέρχεται από το άπλωμα της πραμάτειας, ερμηνεία που καταδεικνύει τον ανέκαθεν εμπορικό της χαρακτήρα.
Ενδιαφέρον όμως έχει όχι μόνο η κεντρική οδός με τα νεοκλασικά, τα καταστήματα ρούχων και μια μικροσκοπική άλλα ανερχόμενη εναλλακτική πιάτσα από καφέ και μπαρ άλλα και οι πάροδοι με σχετικά διαχωρισμένη την εμπορική τους εξειδίκευση που ποικίλλει από ξηρούς καρπούς και τρόφιμα στα νότια της πλατείας Βουνακίου σε είδη σπιτιού λίγο νοτιότερα. Λίγο πριν η Απλωταριά χωρίσει στα δύο και αφού έχετε προμηθευτεί αρκετά μασουράκια (= τυλιχτά σιροπιαστά με φύλλο και τριμμένο αμύγδαλο) για φίλους και γνωστούς απ’ το ζαχαρόπλαστειο του Αυγουστάκη, στρίβετε στα αριστερά στη Φιλίππου Αργέντη, κάνετε μια στάση για παγωτό μαστίχα, μανταρίνι ή ό,τι άλλο ποθεί η ψυχή σας στον «Κρόνο» και καταλήγετε αμέσως μετά στον εκπαιδευτικό πυρήνα της πόλης.
Σε απόσταση λίγων δεκάδων μέτρων μεταξύ τους βρίσκονται η πρώην αστική σχολή – νυν 11ο δημοτικό Χίου – με τους ιωνικούς κίωνες και την εξαίσια βοτσαλωτή αυλή, η περίφημη Σχολή της Χίου, ένα απ’ τα πρώτα προεπαναστατικά εκπαιδευτικά ιδρύματα του ελληνόφωνου κόσμου (1792), η Ιστορική Βιβλιοθήκη «Κοραής» που οι 250.000 τόμοι της την κατατάσσουν στις μεγαλύτερες της Ελλάδας (εκ των οποίων 3.000 τόμοι από την προσωπική συλλογή του ίδιου του Αδαμάντιου Κοραή και άλλες 4.000 από τη βιβλιοθήκη του Γεώργιου Θεοτοκά) καθώς και το Τμήμα Ναυτιλίας και Επιχειρηματικών Υπηρεσιών του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Ακριβώς πίσω από τη βιβλιοθήκη έχει ανοίξει εδώ και λίγο καιρό το πρώτο οργανωμένο σχολείο για πρόσφυγες με 2 τάξεις και 36 παιδιά, τα οποία διδάσκονται αραβικά, αγγλικά και μαθηματικά. Πριν φύγετε απ’ τη γειτονιά, μην αμελήσετε να επισκεφθείτε τη Μητρόπολη Χίου με τον νεοκλασικό διάκοσμο και τα περίτεχνα βοτσαλωτά.
Θα μπορούσα να σας προτείνω να επισκεφθείτε κάποια απ’ τα ενδιαφέροντα μουσεία της Χώρας (Αρχαιολογικό με εκθέματα από τη Μυκηναϊκή περίοδο μέχρι την ύστερη Ρωμαιοκρατία, Βυζαντινό στο κεντρικό οθωμανικό τέμενος Μετζιτιέ Τζαμί, Ιουστινιάνι στο Κάστρο με εκθέματα της Βυζαντινής και Γενουατικής εποχής ή τέλος το Ναυτικό με πλούσια συλλογή πινάκων ιστιοφόρων και ατμοκίνητων πλοίων), ωστόσο θα τολμήσω να πω ότι το θεωρώ δευτερεύον σε σχέση με μια προσωπική περιήγηση, όταν ο χρόνος είναι περιορισμένος.
Αντίστοιχα θα σας πρότεινα να σουλατσάρατε στην προκυμαία, αν δεν ήταν αναπόφευκτο ότι αργά ή γρήγορα θα καταλήγατε εκεί. Όταν λοιπόν σας βγάλει ο δρόμος στο λιμάνι, φροντίστε να βρίσκεστε στον έναν απ’ τους δύο φάρους την ώρα που φτάνει το πλοίο προκειμένου να αντιληφθείτε το μέγεθός του σε πραγματική κλίμακα και ενώ είναι εν κινήσει!
Αν υπάρχει πάντως κάτι μοναδικό που θα σας πρότεινα να επισκεφθείτε πριν εγκαταλείψετε την ευρύτερη Χώρα για τα καλά, αυτό είναι σίγουρα το Λωβοκομείο. Πρόκειται για το λεπροκομείο (η «Σπιναλόγκα» της Χίου), νοσηλευτικό ίδρυμα με ιστορία που ξεκινάει το 1378, κρυμμένο σε μια λαγκαδιά του περιφερειακού που οδηγεί από τη Χώρα στο Βροντάδο. Το κτιριακό συγκρότημα με εγκαταστάσεις πρωτοποριακές για την εποχή του που ανακαινίσθηκαν με χρήματα της χιακής κοινότητας του Λονδίνου και του Παρισιού στις αρχές του 20ου αιώνα, έπαψε να λειτουργεί το 1959 και από τότε χάσκει ως αποτέλεσμα της ολιγωρίας των αρμοδίων… Στο χώρο αυτό αξίζει να περιηγηθείτε το απόγευμα, όταν έχει πέσει ο ήλιος, και να αφουγκραστείτε την εκκωφαντική σιωπή του.

Μετά τη Χώρα έχετε δύο επιλογές: κεντρικά και βόρεια ή νότια. Ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι μόνο γεωγραφικός, άλλα και κοινωνικοοικονομικός γιατί η παραγωγή της μαστίχας στα νότια διαφοροποίησε τις κοινότητες από τις αντίστοιχες στα κεντρικά και βόρεια του νησιού. Ωστόσο, όσο σημαντικό και αν είναι το κεφάλαιο «μαστίχα» για τη Χίο, θα ήταν κρίμα να ταξιδέψετε ως εκεί και να παραβλέψετε την άγρια, ορεινή πλευρά της.
Υπάρχουν τρεις γνωστοί λόγοι για να επισκεφθείτε την κεντρική Χίο: η σχεδόν χιλίων ετών Νέα Μονή που χάρη στα χρυσά ψηφιδωτά συμπεριλαμβάνεται στα μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, ο εγκαταλελειμμένος Ανάβατος και τα μεσαιωνικά Αυγώνυμα. Όλα είναι εύκολα προσβάσιμα από τη Χώρα και παρά το γεγονός ότι ανήκουν στα πλέον επισκέψιμα αξιοθέατα της Χίου, διατηρούν σε μεγάλο βαθμό ακέραιη την ατμόσφαιρα του Μεσαίωνα.

Όταν όμως τα χιλιόμετρα αυξάνονται, το τοπίο αγριεύει και τα βουνά διαδέχονται το ένα το άλλο, τα αυτοκίνητα λιγοστεύουν καθώς προσεγγίζουμε ένα απ’ τα πλέον παρθένα μέρη του νησιού. Αν και αναγνωρίζω τις ανεπαρκείς μου γνώσεις στον βορρά, θα επιχειρήσω να συνοψίσω τα στοιχεία εκείνα που θεωρώ ότι τον καθιστούν μοναδικό.
Καταρχάς το τοπίο. Ενώ ο νότος κυριαρχείται από ομαλούς λόφους και καλλιεργημένες κοιλάδες, ο βορράς με τα τραχιά βουνά του και την άγρια φύση του εξηγεί την κτηνοτροφική κατεύθυνση της τοπικής οικονομίας και την ανάγκη για έξοδο προς τη θάλασσα, όπως το πέτυχαν με τρόπο μοναδικό τα Καρδάμυλα. Ένας τρόπος για να προσεγγίσετε τη βορειοδυτική Χίο είναι μέσω του οροπεδίου του Αίπους, ό,τι πιο κοντά σε σεληνιακό τοπίο στο Βορειοανατολικό Αιγαίο. Το άγριο ανάγλυφο της γης διαχωρίζει όχι μόνο τον βορρά απ’ τον νότο άλλα και τη δύση απ’ την ανατολή.
Στα ανατολικά οι κοινότητες αναπτύχθηκαν παραθαλάσσια (Λαγκάδα, Μάρμαρο), ενώ στα δυτικά κρύφτηκαν στις εσοχές της Αμανής. Με σημείο εκκίνησης τη Βολισσό που σταδιακά εξελίσσεται σε εναλλακτικό πόλο τουρισμού για όσους δεν τους αποτρέπουν τα 40 χιλιόμετρα από τη Χώρα, μπορεί κανείς να περιηγηθεί τα κρυμμένα μυστικά της Αμανής μέσω μιας διαδρομής με πολλές στροφές άλλα και οργιώδη βλάστηση. Εδώ τις παραλίες τις πιάνει ο βοριάς, γι’αυτό αφιερώστε το χρόνο σας στη μοναδική φύση της βορειοδυτικής Χίου πριν κατευθυνθείτε δυτικά για κολύμπι.
Τα τελευταία χρόνια ο οικοτουρισμός κάνει τα πρώτα του δειλά βήματα στην βόρεια Χίο, όπως αποδεικνύει η πολλά υποσχόμενη πεζοπορική διαδρομή στο φαράγγι των Καμπιών, ενώ η ανασύσταση των αρχαίων αμπελώνων και η παραγωγή του πολυθρύλητου «αριούσιου οίνου» αποτελούν λόγο από μόνο τους για να πραγματοποιήσετε το ταξίδι μέχρι εδώ. Ωστόσο, αν είστε διατεθειμένοι να έρθετε αντιμέτωποι με τη σκληρή πλευρά της ζωής στην Αμανή, προμηθευτείτε έναν καλό χάρτη και αναζητήστε τα εγκαταλελειμμένα πλέον χωριά της περιοχής, όπως την Παλιά Ποταμιά, το Λαρδάτο και τον Άγιο Γιάννη. Το σταδιακό θάμπωμα της ανθρώπινης παρουσίας σ’ ένα περιβάλλον που επανακτά η φύση με ραγδαίους ρυθμούς θα σας συγκλονίσει και θα εντυπωθεί βαθιά στη μνήμη σας.

Αντίστοιχα αισθητή είναι η ανθρώπινη απουσία καθ’ όλο το μήκος της δυτικής ακτογραμμής της Χίου. Το ευτύχημα είναι η ύπαρξη μερικών απ’ τις καλύτερες παραλίες του νησιού, οι οποίες λόγω δύσκολης πρόσβασης και έλλειψης υποδομών εξακολουθούν να διατηρούν τον παρθένο τους χαρακτήρα ακόμα και στο αποκορύφωμα του Δεκαπενταύγουστου. Αγιά Μαρκέλλα, Λευκάθια, Μάναγρος είναι μερικές από τις βασικές επιλογές για κολύμπι στην ευρύτερη περιοχή της Βολισσού, προσωπικά όμως δεν κρύβω την αδυναμία μου στις νοτιότερες, όπως το Τηγάνι, η Ελίντα και το Τραχήλι. Με θέα τα Ψαρά, όταν ο αέρας διαλύει την αχλή του Αιγαίου, οι παραλίες αυτές βρίσκονται κυριολεκτικά μακριά απ’ τον σύγχρονο πολιτισμό. Μοναδική ένδειξη της αλλοτινής ανθρώπινης παρουσίας είναι οι διατηρημένες βίγλες, μεσαιωνικοί πυργίσκοι κατά μήκος της ακτογραμμής, μέσω των οποίων οι βιγλάτορες ενημέρωναν με καπνό τη μέρα και με φωτιά τη νύχτα τις άλλες βίγλες και τα χωριά για την έλευση των πειρατών.

Σε αυτόν τον άγνωστο σε εμάς πλέον κίνδυνο οφείλεται το γεγονός ότι τα χωριά της Χίου είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία μεσόγεια. Πράγματι με εξαίρεση τη Χώρα που υπήρξε στη ίδια θέση από την αρχαιότητα, οι παραθαλάσσιοι οικισμοί του νησιού είναι μεταγενέστεροι, δηλαδή αναπτύχθηκαν μετά την οριστική έκλειψη της πειρατείας τον 19ο αιώνα. Όποιος πάντως ενδιαφέρεται για οχυρωματική αρχιτεκτονική σε κατοικημένο όμως περιβάλλον, δεν μπορεί να παραλείψει απ’ το πρόγραμμα τα Μαστιχοχώρια. Κρυμμένα απ’ τη θάλασσα σε μικρές άλλα εύφορες πεδιάδες, τα χωριά αυτά αναπτύχθηκαν την περίοδο της Γενουατοκρατίας, όταν άρχισε να συστηματοκοποιείται η παραγωγή και το εμπόριο μαστίχας. Αν και δεν περικλείονταν από τείχη, τα σπίτια ήταν έτσι δομημένα ώστε να σχηματίζουν έναν συμπαγή οικισμό με μία είσοδο και λαβυρινθώδη ρυμοτομία. Η καθυστερημένη έλευση του σύγχρονου πολιτισμού συνέβαλε μεταξύ άλλων στην διατήρηση αυτών των οικισμών, όπως προκύπτει απ’ την περίπτωση των Μεστών, του πλέον διάσημου Μαστιχοχωρίου, το οποίο συνδέθηκε οδικά με τη Χώρα το 1936! Σήμερα και παρά τη σταδιακή τουριστική ανάπτυξη τα Μεστά διατηρούν σε μεγάλο βαθμό τη μεσαιωνική τους αύρα, όπως επίσης οι υποτιμημένοι Ολύμποι και η ανερχόμενη Βέσσα.

Αν θέλετε όμως να δείτε κάτι πραγματικά μοναδικό, δεν έχετε παρά να κατευθυνθείτε ανατολικά:
«Σας γράφω από ένα άγνωστο, νεραϊδένιο χωριό, όπου τα χρώματα μπερδεύονται σ’ ένα ουράνιο τόξο από σπίτια, όπου οι προσόψεις είναι κοσμημένες με κύκλους, ρόμβους, με βέλη και με καμπύλες, σας γράφω από την καρδιά ενός μεγάλου εμβλήματος, από δρόμους όπου τα σπίτια τους, σαν τραπουλόχαρτα για γίγαντες, καθρεφτίζουν τα αφηρημένα όνειρα κάποιου άγνωστου χτίστη, σας γράφω από ένα ρόδινο και χρυσαφί μέρος που το κυκλώνουν ξεροί λόφοι και όπου έχω ήδη ξεχάσει τη θάλασσα».
Αυτές είναι οι πρώτες εντυπώσεις του Jacques Lacarrιère όταν επισκέφθηκε το Πυργί το 1966 (Το Ελληνικό Καλοκαίρι, Εκδόσεις Ι. Χατζηνικολή, 1980) περιγράφοντας τα χιλιάδες γεωμετρικά σχέδια («ξυστά» στην ντόπια διάλεκτο) που σαν απόρροια ενός γραφιστικού big bang επικάθησαν με τρόπο τακτοποιημένο στα λαϊκά σπίτια του χωριού. Το Πυργί όμως πέρα απ΄τη μοναδική του διακόσμηση είναι τα άνυδρα ντοματάκια που αποξηραίνονται στις κρεμασμένες αρμαθιές, οι γυναίκες που καθαρίζουν το μαστίχι στα στενά και οι άντρες που πίνουν καφέ στην πλατεία, η μυρωδιά της κλεισούρας ανακατεμένη με αρώματα κουζίνας που αναδύεται από τα σπίτια, ο ήχος του γαϊδάρου από μακριά και η δυσνόητη ντοπιολαλιά…
Το Πυργί βρίσκεται στην καρδιά της μαστιχοπαραγωγής, γι’ αυτό δεν είναι τυχαία η πρόσφατη ανέγερση και έναρξη λειτουργίας του Μουσείου Μαστίχας του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς λίγο έξω απ’ το χωριό. Εδώ οι κλιματικές συνθήκες είναι πραγματικά μεσογειακές και έτσι συμβάλλουν στην παραγωγή της πιο ποιοτικής, αρωματικής μαστίχας. Σε αντίθεση με τη φύση της υπόλοιπης Χίου, η νότια ακτογραμμή με τη χαμηλή βλάστηση, τις αμμώδεις παραλίες και τα γαλαζοπράσινα νερά θυμίζει κάτι από Κυκλάδες. Μέχρι πριν από μερικά χρόνια που οι δρόμοι προς την Αυλωνιά, τον Σαλάγωνα ή την Αγία Δύναμη ήταν καλυμμένοι με χώμα, μια εκδρομή προς τα εκεί ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την αίσθηση της εξόδου προς την ζωογόνο θάλασσα μέσα από μια διαδρομή σημαδεμένη από την παχιά σκόνη και τον καυτό ήλιο. Το μοναδικό τοπίο της νότιας Χίου συμπληρώνεται από τα δραματικά, λευκά βράχια στα Βρουλίδια και τα εβένινα βότσαλα στα Μαύρα Βόλια που δημιουργούν τον πιο απόκοσμο βυθό που θα συναντήσετε στο νησί.
Αφήνοντας πίσω τις ξασπρισμένες απ’ τον ήλιο ξερολιθιές και με κατεύθυνση βορειοανατολικά, οι αλεπάλληλες αναβαθμίδες των σχίνων (= μαστιχόδεντρα) δίνουν σιγά σιγά τη σειρά τους σε ελαιώνες που οριοθετούνται από μοναχικά κυπαρίσσια. Αν στο «Δέντρο που πληγώναμε» (1987) ο Δήμος Αβδελιώδης ύμνησε την ξεγνοιασιά της παιδικής ηλικίας και το αιώνιο, ελληνικό καλοκαίρι στα μαστιχοχώρια, η «εαρινή σύναξις των αγροφυλάκων» (1999) απεικόνισε την οργιαστική βλάστηση της άνοιξης στη Χίο, όταν οι ελαιώνες στον Άη Γιώργη το Συκούση, το Θολοποτάμι και τις Διδύμες βάφονται κόκκινοι απ’ τους λαλάδες (= άγριες τουλίπες). ‘Ετσι συντελείται η σταδιακή μετάβαση απ’ το ξηρό βασίλειο της μαστίχας στην νοτισμένη απ’ την υγρασία γη του Κάμπου.
Ακόμα και αν έχετε ακούσει πολλά γι’ αυτόν, μια προφορική μαρτυρία ή ένα γραπτό κείμενο δεν είναι ποτέ αρκετά για να συλλάβουν την πρωτόγνωρη αίσθηση της περιήγησης στον περίκλειστο αυτό μικρόκοσμο. Πρόκειται για μια περιορισμένης έκτασης πεδιάδα νότια της Χώρας που απ’ τα χρόνια της Γενουατοκρατίας αποτέλεσε έναν επίγειο παράδεισο για ευκατάστατους θνητούς. Αργέντες και Γριμάλδη, Ζυγομαλά και Καλβοκορέση, Καλουτά και Κοντόσταυλοι, Μαυροκορδάτοι και Πετροκόκκινοι, Ράλλη και Ροδοκανάκη, Σαλβάγοι και Σκαραμαγκά είναι μερικές μόνο από τις οικογένειες που συνέδεσαν την κοσμοπολίτικη ιστορία τους με τον μικρό αυτό τόπο του Αιγαίου. Εδώ έχτισαν τις μοναδικές τους επαύλεις από ντόπια θυμιανιούσικη πέτρα, μπολιάζοντας την αισθητική της Λιγουρίας με ανατολίτικα στοιχεία.
Ωστόσο, ο Κάμπος ως το πιο εύφορο μέρος της Χίου δεν αστικοποιήθηκε ποτέ, άλλα απεναντίας αποτέλεσε τον πυρήνα παραγωγής εσπεριδοειδών του νησιού, συνδυάζοντας τις εξοχικές κατοικίες της αριστοκρατίας με απέραντα περιβόλια περιτριγυρισμένα από ένα πυκνό δίκτυο ψηλών μαντρότοιχων για την προστασία των δέντρων από τον βοριά. Μια επίσκεψη στο μικρό, άλλα πολύ ενημερωτικό μουσείο του Πολυχώρου Citrus στον Κάμπο δίνει την ευκαιρία στον επισκέπτη να μάθει την ιστορία της παραγωγής εσπεριδοειδών στη Χίο, όπως επίσης να περιηγηθεί το εσωτερικό μιας παλιάς έπαυλης με τον μάγγανο (= μηχανισμός για την άντληση νερού απ’ το πηγάδι) και τη στέρνα σε περίοπτη θέση. Πέρα απ’ αυτό και παρά την αποπροσανατολιστική ρυμοτομία του Κάμπου, αξίζει να χαθεί κανείς το σούρουπο στους δαιδαλώδεις δρόμους του, να νιώσει την υγρασία στο δέρμα του και να εισπνεύσει τα βαριά αρώματα των εσπεριδοειδών που κατακλύζουν τον αέρα…
Αντί επιλόγου
Ακόμα κι αν η προτεινόμενη διαδρομή έφτασε στο τέλος της, το ταξίδι συνεχίζεται εσαεί μέσα απ’ τις αφηγήσεις των ανθρώπων. Η Χίος, όπως και κάθε άλλος τόπος με τον οποίο συνδέεται κανείς συναισθηματικά, νοηματοδοτείται ξανά και ξανά λαμβάνοντας την απόχρωση που ο κάθε αφηγητής της προσδίδει. Πολλοί την γνώρισαν εν μέσω διακοπών, ενώ κάποιοι άλλοι εξαιτίας της στρατιωτικής θητείας… Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για έναν άλλοτε γνώριμο και άλλοτε άγνωστο τόπο που περιμένει να διαδώσει το μύθο του από στόμα σε στόμα.
Κείμενο: Γιώργος Μονογιούδης. Φωτό: Γιώργος Μονογιούδης.
Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)