Καινούργια μέρα – έκλαμψη ελπίδας σε ζοφερούς καιρούς

Μια συνομιλία με τον συγγραφέα Νίκο Χρυσό               

Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)

«Καινούργια μέρα» είναι ο τίτλος του μυθιστορήματος 700 σελίδων του Νίκου Χρυσού, για το οποίο του απονεμήθηκε τόσο το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2019 όσο και το Ειδικό Βραβείο των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας 2019. Η Μιχαέλα Πρίντσιγκερ μίλησε με τον συγγραφέα για την αστεγία των γραμμάτων, τη δυνατότητα μιας –σε κάθε συστημική κρίση εγγενούς– νέας αρχής και τον ρόλο της Καινής Διαθήκης στο μνημειώδες έργο του.

lachender Mann mit Buechern
Ο Νίκος Χρυσός στο παλαιοβιβλιοπωλείο του

Πώς σας ήρθε η ιδέα να επικεντρώσετε το μυθιστόρημά σας σε μια ομάδα αστέγων; Τι θέση υπέχει ένας ανέστιος που γίνεται θύμα δεξιάς βίας για έναν μυθιστοριογράφο της εποχής μας σαν εσάς;

Θρυαλλίδα της ιστορίας είναι η καύση ενός άστεγου άνδρα, του Σεβαστιανού, από μια ομάδα ακροδεξιών τραμπούκων. Πολλά τέτοια τραγικά περιστατικά έχουν καταγραφεί τις τελευταίες δυο δεκαετίες σε αρκετές πόλεις του δυτικού κόσμου. Η άνοδος της ακροδεξιάς ξυπνά τους χειρότερους εφιάλτες μας από το παρελθόν. Ο βίαιος φόνος του Σεβαστιανού φέρνει στον νου τις καύσεις των «ανεπιθύμητων» βιβλίων από τους Ναζί επιβεβαιώνοντας ξανά την προφητική ρήση του Χάινριχ Χάινε: «Εκεί που καίνε βιβλία, στο μέλλον θα καίνε ανθρώπους».

Η εικόνα των άστεγων συνανθρώπων μας είναι η πιο τρανταχτή απόδειξη της αποτυχίας του σύγχρονου δυτικού μοντέλου. Σκοπός μου πάντως δεν ήταν να συντάξω ένα αναλυτικό ρεπορτάζ για τους άστεγους συνανθρώπους μας, αλλά να συνθέσω ένα μυθοπλαστικό σύμπαν με πρωταγωνιστές που ακροβατούν ανέστιοι, έρμαιοι, πληγωμένοι, αθώοι και φταίχτες, έχοντας για μοναδικό στήριγμά τους τις αφηγήσεις και τα παραμύθια.

Ο τίτλος «Καινούργια μέρα» δίνει μια θετική προοπτική σε ένα σε μεγάλο βαθμό ζοφερό σενάριο. Πώς επιλέξατε τον τίτλο αυτόν;

Η φράση «καινούργια μέρα» επανέρχεται κάθε τόσο στις σελίδες του βιβλίου. Οι ήρωες από τη μια εύχονται κι από την άλλη τρέμουν κάθε καινούργια μέρα και τις συμφορές που θα φέρει, ενώ μοχθούν ασταμάτητα να διαστείλουν τον χρόνο μέσα από διηγήσεις και ιστορίες. Διαβάζοντας το ποίημα του Σπύρου Τσοτάκου «Σε συνάντησα / διανύοντας αιώνες / Καινούργια Μέρα» συνειδητοποίησα  ότι αυτός ήταν ο κατάλληλος τίτλος για το βιβλίο μου.

buchcover mit mann der an einer kante steht

Η Καινούργια Μέρα αποτελεί ασφαλώς και αναφορά στην Καινή Διαθήκη, την οποία σκηνοθετείτε εκ νέου με άστεγους πρωταγωνιστές. Είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο οι γυναίκες άστεγοι στο βιβλίο σας εμφανίζονται μόνο ως θύματα και επιπλέον είναι κοινωνικά ακόμα πιο αόρατες και από τους άντρες; Στατιστικά το ένα τέταρτο περίπου των ανέστιων είναι γυναίκες, αλλά εσείς δίνετε τον λόγο μόνο σε άστεγους άντρες.

Η Καινή Διαθήκη, πέρα από τις θεολογικές συνδηλώσεις της, συγκροτεί έναν συναρπαστικό και αυτόνομο κόσμο, πλάθει μια «νέα» γλώσσα, αναπτύσσει πολλαπλές αφηγηματικές τεχνικές, είναι εντέλει ένα σπουδαίο λογοτεχνικό επίτευγμα. «Κρύβοντάς» την μέσα στο σύμπαν του βιβλίου μου θέλησα να τεστάρω την ένταση και το σχήμα της διαχρονικότητας των μυθοπλαστικών τρόπων, να αποπειραθώ μια σπουδή, μια αλληγορία για την φυσική και την μεταφυσική της αφήγησης. Η σπουδή αυτή μου «υπέβαλλε» ίσως ρόλους και χαρακτήρες και αυτή θα μπορούσε να είναι μια ερμηνεία για την θέση των γυναικών στο βιβλίο. Είναι ωστόσο δύσκολο να ερμηνεύσω εκ των υστέρων τις προθέσεις και τις επιλογές μου. Αν το ερώτημά σας είχε τεθεί κατά τη διαδικασία της συγγραφής ίσως προκαλούσε συνάψεις και αντιδράσεις που θα οδηγούσαν σε διαφορετικές εκδοχές της ιστορίας.

Στο βιβλίο σας εμφανίζονται ως εκπρόσωποι των αρχών και του κράτους μόνο «μπάτσοι» και ανίσχυροι κοινωνικοί λειτουργοί και των δυο φύλων. Μπορούμε να πούμε ότι η κοινωνία μας σηκώνει τα χέρια μπροστά στο πρόβλημα της έλλειψης στέγης, δηλ. μπροστά στο γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν ενσωματώνονται στην αξιοκρατική κοινωνία θέτοντας σε κίνδυνο ολόκληρο «το σύστημα»;

Οι πρωταγωνιστές του βιβλίου ζώντας στον δρόμο έρχονται σε επαφή μόνο με εκπροσώπους από τα χαμηλότερα κλιμάκια της εξουσίας. Μέσα όμως από «άρθρα» εφημερίδων και «ντοκουμέντα» που παρεμβάλλονται στο κείμενο δίνεται μια ευρύτερη εικόνα της στάσης των αρχών και του κράτους.  Φοβάμαι ότι το «σύστημα» συνειδητά επιλέγει να κρατά στο περιθώριο όποιον και ό,τι φαντάζει επικίνδυνο για τη συνοχή του και «χρησιμοποιεί» τους άστεγους σαν ένα παράδειγμα προς αποφυγή, μια δυσοίωνη προοπτική για τους στεγασμένους.

buch in buchladen

Τι ρόλο παίζει ο τόπος και ο χρόνος στο βιβλίο σας; Γιατί επιλέξατε ένα κατά τα άλλα απροσδιόριστο λιμάνι ως σκηνικό της ιστορίας σας; Με τον τρόπο αυτό υπερβαίνετε την «ελληνική κρίση» στρεφόμενος προς την ευρύτερη κρίση της δυτικής κοινωνίας. Είναι τα δύο αυτά θέματα αλληλένδετα ή δεν έχουν σχέση μεταξύ τους;

Πρόθεσή μου δεν ήταν να μιλήσω για την «ελληνική κρίση», αλλά για την ανθρώπινη κατάσταση. Ξεκίνησα άλλωστε να γράφω το βιβλίο το 2009 και οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης δεν ήταν ακόμα ορατές. Κατά τη διάρκεια της συγγραφής τα δραματικά γεγονότα της οκταετίας που ακολούθησε επέδρασαν βέβαια πάνω μου και διαχύθηκαν στο σώμα της ιστορίας ωστόσο είχα ήδη επιλέξει να συνθέσω έναν μυθιστορηματικό χωροχρόνο ακαθόριστο, αλλά όχι ασαφή. Το Λιμάνι στο οποίο διαδραματίζεται η ιστορία συγκεντρώνει στοιχεία από πολλά μεσογειακά λιμάνια. Η Μεσόγειος σηματοδοτεί, από τη μια τους ανοιχτούς ορίζοντες και τα καινούργια ταξίδια που υπόσχεται κάθε θάλασσα, κι από την άλλη το πεδίο συνάντησης και συνδιαλλαγής λαών, πολιτισμών, γλωσσών, μύθων και παραδόσεων.

Εντέλει, καθώς σχηματίζεται ο χάρτης της μυθιστορηματικής πολιτείας από τις αφηγήσεις των ηρώων, και μόνον από αυτές, χωρίς καμιά «αντικειμενική» μαρτυρία, προκύπτει η απορία αν πρόκειται για κάποιο υπαρκτό λιμάνι, αγνώριστο ωστόσο πίσω από το μυθοπλαστικό παραπέτασμα που στήνουν οι αφηγητές-πρωταγωνιστές, όχι από πρόθεση να ξεγελάσουν τον αναγνώστη, αλλά από την βαθύτερη ανάγκη τους να ανασυνθέσουν τη ζωή τους και τη ζωή του νεκρού Σεβαστιανού. Δεκάδες ιστορίες και μικροϊστορίες αφηγούνται τις ύπουλες ανατροπές της ζωής, τις ατομικές και τις συλλογικές «κρίσεις» που υφίστανται οι ήρωες. «Τα χρόνια στη θάλασσα με δίδαξαν να τρέμω το ίδιο τα ταραγμένα κύματα και τις μυστικές κι αθέατες ταλαντώσεις των βυθών, πιο πονηρές αλλά το ίδιο επικίνδυνες καθώς δημιουργούν κορφές και χαράδρες αόρατες, έτοιμες να διακόψουν την πορεία μας χωρίς δόλο ή μένος μα με τη φυσική χαλαρότητα της ζωής που ανεβαίνει, τραμπαλίζεται και κατεβαίνει αδιάκοπα», λέει χαρακτηριστικά ένας από αυτούς.

blick in buchantiquariat

Το μυθιστόρημά σας έχει κοντά 700 σελίδες. Σήμερα κυριαρχεί η συντομία, μας διακρίνει μια αδυναμία συγκέντρωσης της προσοχής. Σε ένα σημείο, μιλάτε για ένα μπονσάι που έγινε μπάομπαμπ. Πως και πόσο καιρό δουλέψατε το κείμενό σας; Γιατί πήρε αυτή τη μορφή και αυτή την έκταση;

Δεν με επηρεάζουν οι αναγνωστικές ή άλλες συνήθειες της εποχής, αλλά ο τρόπος που η γραφή εξυπηρετεί την αφηγούμενη ιστορία. Το θέμα και η αρχιτεκτονική του βιβλίου υπέβαλλαν την έκτασή του. Ίσως σας φανεί αντιφατικό ή αστείο, αλλά με απασχολεί πολύ η οικονομία του κειμένου και υπέβαλα το βιβλίο σε σημαντικές αφαιρέσεις πριν καταλήξει στην τελική του μορφή. Στο σημείο πάντως με το μπονσάι και το μπάομπαμπ, ο ήρωας μιλά όχι τόσο για το μέγεθος ενός βιβλίου, αλλά για την ευθύνη του συγγραφέα να μην αφήσει την ιστορία «ανεξέλεγκτη» κι επομένως για τον ρόλο του, αν δηλαδή ο συγγραφέας είναι δημιουργός, συνδημιουργός ή «υπομονετικός κηπουρός» κάθε ιστορίας: «Κατανοείς, λοιπόν, πως ο δημιουργός των μπονσάι δεν είναι παρά ένας υπομονετικός κηπουρός. Πρέπει να διαθέτει κανείς αρκετή αφέλεια για να πιστεύει ότι υπάρχουν περιθώρια δημιουργίας. Ένας υπομονετικός κηπουρός· τίποτε παραπάνω», όπως χαρακτηριστικά καταλήγει ο αφηγητής της ιστορίας. Μια τέτοια αποστροφή δεν είναι βέβαια μια οριστική απόφανση, αλλά μια διαρκής απορία.

Έχετε το «Παλαιοβιβλιοπωλείο Νίκος Χρυσός». Σας φαντάζομαι να καθόσαστε όλη μέρα και να διαβάζετε. Πώς συνδυάζεται στη ζωή σας ανάγνωση και συγγραφή;

Το παλαιοβιβλιοπωλείο, όπως και η συγγραφή, προέκυψαν από την ανάγκη μου να διαβάζω και από την αγάπη μου για τα βιβλία. Παραμένω πάντα ένας διψασμένος και παθιασμένος αναγνώστης. Γράφοντας ξαναζώ την ίδια συναρπαστική εμπειρία που βιώνω διαβάζοντας.

Συνέντευξη: Νίκος Χρυσός/Μιχαέλα Πρίντσιγκερ. Μετάφραση: Μιχαέλα Πρίντσιγκερ. Φωτογραφίες: Νίκος Χρυσός. Το παλαιοβιβλιοπωλείο του συγγραφέα θα βρείτε εδώ: www.oldbooks.gr, Χαριλάου Τρικούπη 63 & Δερβενίων, 10681 Αθήνα.

Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)

Σχολιάστε