Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)
Συνέχεια από την προηγούμενη εβδομάδα: 1,2 εκατομμύρια Γερμανοί εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να θεωρούνται αγνοούμενοι του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο παππούς του Thomas Tiemeier ήταν ένας από αυτούς, τα ίχνη του χάθηκαν πριν 74 χρόνια σε ένα χωριό της Πελοποννήσου. Καίρια βοήθεια για την αναπαράσταση των τελευταίων ημερών του παππού του Thomas στην Ελλάδα ήρθε από τον ιστοριογράφο του χωριού Ψάρι Κορινθίας Γιάννη Σκούρτη, που μας διηγείται τα ιστορικά γεγονότα και τη συνάντησή του με τον εγγονό του Γερμανού στρατιώτη από τη δική του σκοπιά. Διαβάστε εδώ το Α΄ μέρος του Thomas Tiemeier.
Παρελθόν και ευθύνες κάτω από μια προσωπική οπτική γωνιά
Ήταν απόγευμα της Παρασκευής 30 Ιουνίου του 1944 όταν το σύνολο σχεδόν της Γερμανικής «117 Μεραρχίας Καταδρομών» που έδρευε στην Κόρινθο πέρασε από το Ψάρι και βρισκόταν ήδη στη Στυμφαλία. Η ημερομηνία μοιάζει τυχαία αλλά οι πιστοί ναζιστές γιόρταζαν εκείνη τη μέρα την οριστική τους επικράτηση πριν ακριβώς από δέκα χρόνια (30 Ιουνίου 1934) μέσω της «περίφημης» «νύχτας των μεγάλων μαχαιριών».
Ο επικεφαλής των Γερμανών στην Κόρινθο Στρατηγός Καρλ φον Λε Σουίρ, ένας ακραιφνής ναζιστής, διάλεξε αυτή την ιδιαίτερη γι’ αυτόν μέρα για τη δική του επικράτηση στη βόρεια Πελοπόννησο θεωρώντας αυτή τη σημαδιακή ημέρα ως την πλέον κατάλληλη.
Το μίσος του για τα ανταρτοχώρια της Στυμφαλίας δεν του επέτρεψε να δει πως εκεί δεν θα ήταν περίπατος και πως τον περίμεναν ορεσίβιοι άνθρωποι που δεν είχαν τίποτα άλλο πλέον να χάσουν… Η σοδειά των δημητριακών ήταν έτοιμη για θερισμό κι ο Καρλ φον Λε Σουίρ αποφάσισε να την κάψει για να πεινάσουν όλοι –μαζί τους και οι αντάρτες– χωρίς να τον ενδιαφέρουν ούτε οι άμαχοι, αλλά ούτε και οι στρατιώτες του που τους έστελνε σαν πρόβατα στη σφαγή.
Τα οξυμένα –έτσι κι αλλιώς– πνεύματα στο Ψάρι χειροτέρεψαν από τον βιασμό μιας συγχωριανής εκείνο το απόγευμα από κάποιον ή κάποιους από τους 32 Γερμανούς στρατιώτες που η μεραρχία άφησε ως σύνδεσμο και οπισθοφυλακή στο χωριό μας.
Αποχωρώντας από το Ψάρι η Γερμανική διμοιρία των 32 αναζήτησε κατάλληλο κοντινό χώρο για να στρατοπεδεύσει και να είναι σε κάποια επαφή με το κυρίως εκστρατευτικό σώμα.

Έκρινε ως κατάλληλο τον χώρο κοντά στο Ψάρι που ονομάζουμε «Μακρύ Λιθάρι», πίσω από εκεί που σήμερα βρίσκεται το μαντρί του συγχωριανού μας Τάσου Π. Δούρου. Καλύφθηκαν πίσω από τη μεγάλη πέτρα οι Γερμανοί στρατιώτες, έβαλαν φρουρά να παρακολουθεί την κίνηση από τον κοντινό χωματόδρομο και περίμεναν κάποια επικοινωνία με τον κάμπο της Στυμφαλίας.
Όμως οι εξελίξεις για όλη τη μάχη της Στυμφαλίας που ακολούθησε, έμελλε να ξεκινήσουν απ’ το «Μακρύ Λιθάρι». Οι 32 Γερμανοί περίμεναν όλη σχεδόν τη μέρα του Σαββάτου 1 Ιουλίου 1944 κάποια εξέλιξη, προσέχοντας το χωματόδρομο μπροστά τους για ενδεχόμενη ενέδρα των ανταρτών. Η επίθεση των ανταρτών έγινε όντως εκείνη τη μέρα αργά το απόγευμα, όχι όμως από το δρομάκι, αλλά από την κορυφή του «Μπρέκου» (Σταυραετού).
Αιφνιδιασμένοι απόλυτα οι Γερμανοί στρατιώτες προσπάθησαν να καλυφθούν πίσω απ’ το «Μακρύ Λιθάρι» και πρόλαβαν να εκτοξεύσουν μερικές φωτοβολίδες, ελπίζοντας ότι θα γίνουν αντιληπτές από το κύριο σώμα της μεραρχίας τους στη Στυμφαλία. Εις μάτην όμως, το ψηλό βουνό στα νώτα τους απ΄ όπου κατέβηκαν αθόρυβα οι Έλληνες αντάρτες, δεν επέτρεψε να φανούν στη Στυμφαλία οι φωτοβολίδες…
Ένας νεαρός αντάρτης ήταν η απώλεια του 7ου λόχου των ανταρτών (αποκλειστικά Στυμφάλιοι και Φενεάτες) και η λαϊκή μούσα του αφιέρωσε ένα δίστιχο, που επιβίωσε μέχρι τις μέρες μας από στόμα σε στόμα (απαγγελία από τον 93χρονο συγχωριανό μας Ηλία Σπηλιόπουλο):
«… τους Γερμανούς χτυπήσαμε, μεσ’ στο Μακρύ Λιθάρι
κι ένας αντάρτης έπεσε … ωραίο παλληκάρι …»

Όπως πάντα συμβαίνει στην ιστορία, ο νικητής υμνείται κι ο ηττημένος περνά στη λήθη. Έτσι η λήθη ακολούθησε και τους 16 νεκρούς Γερμανούς της μάχης στο «Μακρύ Λιθάρι», αλλά και την αποτρόπαια εκτέλεση των 16 αιχμαλώτων το πρωινό της Κυριακής 2 Ιουλίου 1944.
Ο Γερμανός στρατηγός Καρλ φον Λε Σουίρ και το μίσος του για κάθε τι το Ελληνικό (διέτασσε κατ’ εξακολούθηση εκτελέσεις 100 Ελλήνων –συνήθως αμάχων– για κάθε νεκρό Γερμανό στρατιώτη) στάθηκε η αιτία για το άδικο ρίξιμο των 16 αιχμαλώτων, γυμνών, στην καταβόθρα της γειτονικής μας Σκοτεινής.
Χωρίς τον σεβασμό που επιβάλλει η αιχμαλωσία (πώς όμως να περιμένει κανείς δικαιοσύνη από ανθρώπους που βγήκαν στο αντάρτικο εξαιτίας της αδικίας, του κατατρεγμού, της πείνας και της δυστυχίας που επέβαλε η γερμανική κατοχή;), οι 16 αιχμάλωτοι Γερμανοί στρατιώτες έγιναν τα θύματα της άγριας βεντέτας που είχε ανοίξει ο Καρλ φον Λε Σουίρ με τους αντάρτες.
Το παρελθόν ξαναζωντανεύει
Πέρασαν 74 χρόνια από τότε, οι «πρωταγωνιστές» πέρασαν τον Αχέροντα, τα γεγονότα έγιναν κομμάτι της Ιστορίας, όπως πρέπει να γράφεται με σύμμαχο τον χρόνο. Ένα ηλεκτρονικό μήνυμα που έφτασε στην ιστοσελίδα του χωριού μας την άνοιξη του 2017, ανέσυρε τις μνήμες που οι πρωταγωνιστές μας κληροδότησαν.
Αποστολέας ο Thomas Tiemeier (Τόμας Τίμαγιερ) από το Oldenburg (Όλντενμπουργκ) της βόρειας Γερμανίας, εγγονός ενός εκ των 16 άτυχων Γερμανών στρατιωτών που κατέληξαν στην καταβόθρα της Σκοτεινής:
Αγαπητέ Γιάννη Σκούρτη, διάβασα για τα απαίσια εγκλήματα που έκαναν οι Γερμανοί στρατιώτες το 1944 στο υπέροχο χωριό σου. Θα διόρθωνα το παρελθόν αν μπορούσα και ελπίζω ότι κάτι παρόμοιο δεν θα συμβεί ποτέ ξανά. Δυστυχώς ο παππούς μου ήταν ένας από τους 16 Γερμανούς στρατιώτες οι οποίοι αιχμαλωτίστηκαν από τους αντάρτες τον Ιούλιο του 1944 και εκτελέστηκαν την επόμενη ημέρα. Δεν γνωρίζω αν ήταν καλή ψυχή ή όχι, αλλά θα ήθελα να απολογηθώ στο όνομα της οικογένειας μου. Ίσως οι γέροντες κάτοικοι του Ψαρίου να γνωρίζουν τι συνέβη σε αυτούς τους στρατιώτες τότε και μπορεί κάποιος να ξέρει τι απέγιναν τα οστά του παππού μου Gerhard Paul Wierschke. Έχεις κάποια ιδέα με ποιόν θα μπορούσα να επικοινωνήσω;
Το μήνυμα αυτό που ξύπνησε τις ιστορικές μνήμες, στάθηκε η αιτία να ξεκινήσει μια αναζήτηση στοιχείων προκειμένου ο άνθρωπος αυτός να έχει –όπως δικαιούται– μια κατά το δυνατόν πλήρη εικόνα των γεγονότων εκείνων των ημερών.
Στον Τόμας η αναζήτηση αυτή «μεταβιβάστηκε» από την αγωνία της μητέρας του (κόρης του αδικοχαμένου Gerhard Paul Wierschke), να μάθει εν ζωή κάτι έστω ελάχιστο, για την τύχη ενός πατέρα που ποτέ δεν γνώρισε.
Μετά από πολλές ακόμα ηλεκτρονικές επικοινωνίες, ο Τόμας αποφάσισε να επισκεφτεί το φετινό καλοκαίρι την Ελλάδα και το Ψάρι με την οικογένειά του, προκειμένου να δει τα σημεία που πέρασε τις τελευταίες του στιγμές ο παππούς του.
Δυστυχώς η μητέρα του, αν και όλη της τη ζωή επιθυμούσε αυτό το ταξίδι, δεν κατάφερε να το πραγματοποιήσει· κι έτσι ο Τόμας έγινε τα δικά της μάτια στο Ψάρι.
Συναντηθήκαμε στο αεροδρόμιο της Αθήνας με τον Τόμας και την οικογένειά του και ήταν σαν να γνωριζόμασταν χρόνια. Ο λόγος που αυτός ο άνθρωπος βρισκόταν στην Ελλάδα ήταν για μένα ιερός και θα έπρεπε με βάση τους κανόνες ηθικής να πάρει τις απαντήσεις στα ερωτήματα μιας ζωής της μητέρας του αλλά και τα δικά του.
Ο πόλεμος είχε τους προγόνους μας εχθρούς, μα εμείς οι απόγονοί τους μπορούμε με τη συμπεριφορά μας να αποδεικνύουμε πως η ειρήνη είναι πάντα συμφερότερη για όλους.
Η επίσκεψη στο Ψάρι
Το Σάββατο 21 Ιουλίου 2018, 74 χρόνια και λίγες μέρες μετά τη μάχη στο «Μακρύ Λιθάρι» και τα επακόλουθά της, ο Τόμας και η οικογένειά του έφτασαν στο Ψάρι προκειμένου να αποτίσουν φόρο τιμής στον πρόγονό τους που άφησε την τελευταία του πνοή στην καταβόθρα της Σκοτεινής.

Η γλώσσα ήταν ένα κάποιο πρόβλημα για την κατανόηση, όμως η αμηχανία κρυμμένη επιμελώς κάτω από την ευγένεια ήταν σαφής – και πώς να μην είναι άλλωστε. Για τον κάθε άνθρωπο τέτοιες στιγμές που επαναφέρει στη μνήμη αποτρόπαια γεγονότα του παρελθόντος που σημάδεψαν ζωές (άμεσα ή έμμεσα) είναι δύσκολα διαχειρίσιμες.
Είχαμε την τύχη –από κάθε άποψη– μαζί μας σε αυτό το οδοιπορικό να είναι συνεχώς οι συγχωριανοί μας καθηγητές του πανεπιστημίου Columbia των ΗΠΑ, Μπρους Ρόμπινς και Έλσα Σταματοπούλου και έτσι τα πράγματα έγιναν αρκετά ευκολότερα.
Η θέα του χώρου της μάχης στον οποίο αιχμαλωτίστηκε ο παππούς του Τόμας, Γκέρχαρντ, σίγουρα του δημιούργησε δύσκολα συναισθήματα. Το ίδιο και ο χώρος της «Σπηλιάς του Γκότζη» όπου πέρασαν το τελευταίο τους βράδυ οι αιχμάλωτοι Γερμανοί.

Όλα όμως εκείνες τις στιγμές έγιναν ευκολότερα χάρις στην πανταχού παρούσα ελληνική φιλοξενία. Από το σπιτάκι δίπλα στο μαντρί του Τάσου Δούρου ξεπρόβαλε η σύζυγός του Αντωνία με ένα δίσκο φορτωμένο με χλωρή μυζήθρα (μουτζήθρα), ποτηράκια κι ένα τσίπουρο που σε κάνει να ξεχνάς κάθε πόνο. Ήταν όπως είπαν οι φιλοξενούμενοί μας μια αρκετά σουρεαλιστική σκηνή γι’ αυτούς, που δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι μπορεί να συμβεί. Κι η σκέψη έγραψε, πως πολλοί πόλεμοι θα είχαν ίσως αποφευχθεί αν ξέραμε καλύτερα ο ένας τον άλλο.

Κι έφτασε η στιγμή που ο Τόμας βρέθηκε στο στόμιο της καταβόθρας της Σκοτεινής κοιτάζοντας στο βάθος, ελπίζοντας ίσως ότι μπορεί κάτι να δει. Ήταν μια στιγμή αρκετά συγκλονιστική. Επίσης συγκλονιστικά ήταν τα λόγια που του είπε σαν παρηγοριά ο συνοδοιπόρος και οδηγός μας Δήμος Β. Γατσιόπουλος: Σίγουρα Τόμας ο παππούς σου σε βλέπει από ψηλά που τον επισκέφτηκες. Κάνε μια ευχή γι’ αυτόν, να είναι αναπαυμένος.
Του διηγήθηκε όμως και μια ιστορία που του έλεγε πάντα ο αείμνηστος πατέρας του Βασίλης. Ήταν 16 χρονών περίπου όταν έγιναν τα γεγονότα και ήταν ο πρώτος άνθρωπος –μιας και έβοσκε τα πρόβατά του εκεί κοντά– που τόλμησε την επόμενη μέρα το πρωί να πλησιάσει στο χείλος της καταβόθρας. Τα πτώματα των Γερμανών στρατιωτών κείτονταν στο βάθος, όμως ένας είχε καταφέρει τραυματισμένος βαριά να αναρριχηθεί κοντά στην επιφάνεια. Ίσως δεν ήταν ακόμα ζωντανός, αλλά ο Βασίλης φοβήθηκε τόσο που απομακρύνθηκε τρέχοντας. Αυτή η εικόνα τον κατάτρεχε πάντα στη ζωή του.

Το προσκυνητάρι που είχε φτιαχτεί στη δεκαετία του 1960 κοντά στο στόμιο της καταβόθρας από κάποιους ανθρώπους που γνώριζαν τον άδικο τρόπο που χάθηκαν αυτοί οι Γερμανοί αιχμάλωτοι, στέκει ακόμα εκεί· παρατημένο μεν, αλλά μάρτυρας της ανθρώπινης παράκρουσης και του μένους που δημιουργεί ο πόλεμος.
Ο Τόμας σε αυτό του το προσκύνημα συγκέντρωσε δεκάδες φωτογραφίες, επέλεξε όμως η τελευταία να είναι αυτό το προσκυνητάρι σαν μια έκφραση της ανάγκης των ανθρώπων να είναι στο μέλλον αλληλέγγυοι και όχι αντίπαλοι …
Με ανάμεικτα συναισθήματα επιστρέψαμε στο Ψάρι. Στο τσούγκρισμα των ποτηριών μας με το υπέροχο κόκκινο Ψαραίϊκο κρασί η ευχή εκατέρωθεν ήταν ποτέ ξανά πόλεμος, ειρήνη και αγάπη για τους λαούς όλου του κόσμου!

Ο Τόμας υποσχέθηκε πως θα ‘ρθει και πάλι στο Ψάρι. Η λύτρωση που αισθάνθηκε από το τέλος αυτής του της αναζήτησης τον έκανε να δει και την άλλη πλευρά του χωριού μας, την «Ελληνική Τοσκάνη» όπως τη χαρακτήρισε μέλος της οικογένειάς του, την οποία και θέλει να εξερευνήσει!
Ο Γιάννης Σκούρτης βασίστηκε στις ακόλουθες πηγές:
- την προφορική παράδοση του χωριού Ψάρι
- προφορικές μαρτυρίες συγχωριανών του
- το βιβλίο του Γεωργίου Κ. Δερβεντζή: «Η μάχη της Στυμφαλίας», Κόρινθος 1986, έκδοση: Κώστας Μ. Σιάχος
- το βιβλίο του Διοικητή του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Εμμανουήλ Βαζαίου «Τα άγνωστα παρασκήνια της Εθνικής Αντιστάσεως εις την Πελοπόννησον»
- το βιβλίο του αείμνηστου Γερμανού συγγραφέα Χέρμαν Φρανκ Μάγερ με τίτλο «Από τη Βιέννη στα Καλάβρυτα – Τα αιματηρά ίχνη της 117ης Μεραρχίας Καταδρομών στη Σερβία και την Ελλάδα», εκδόσεις Εστία.
Ο Γιάννης Σκούρτης ευχαριστεί θερμά τις οικογένειες Τάσου Π. Δούρου, Δήμου Β. Γατσιόπουλου, Κώστα Γαλάνη, Ηλία Σπηλιόπουλου, Μπρους Ρόμπινς & Έλσας Σταματοπούλου, καθώς και τον γιό του Γεώργιο-Νικόλαο για τη βοήθεια.
Γιάννης Σκούρτης – www.psarikorinthias.gr
Κείμενο: Γιάννης Σκούρτης. Φωτογραφίες: Γιάννης Σκούρτης, Thomas Tiemeier και αρχειακό υλικό (Βύρων Μήτου, από το τόμο με ευγενική παραχώρηση των επιμελητών: Η Θεσσαλονίκη κατά τη γερμανική κατοχή: Συλλογή φωτογραφιών Βύρωνα Μήτου. Εκδ. Ποταμός 2014). Επιμέλεια: A. Τσίγκας.
Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)