Καλάβρυτα – Ένα χρέος που εκκρεμεί

Άρθρο του Κόνσταντιν Γκρεν

Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)

Στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο έπεσε μια ολόκληρη πόλη, τα Καλάβρυτα, θύμα των Γερμανών στρατιωτών. Μέχρι σήμερα στη Γερμανία δεν υπήρξε πραγματική διευθέτηση των εγκλημάτων πολέμου στην Ελλάδα. Ο Κόνσταντιν Γκρεν έγραψε στο περιοδικό «Chrismon», το περιοδικό της Ευαγγελικής Εκκλησίας της Γερμανίας, για τον δύσκολο δρόμο προς τη συμφιλίωση στις μέρες μας.

Στην αίθουσα τελετών του δημοτικού σχολείου Hohe Landwehr στο Αμβούργο-Hamm, Έλληνες και Γερμανοί σχηματίζουν κύκλο, πιάνονται από τα χέρια και χορεύουν. Μερικοί ακόμα και τρεις φορές την εβδομάδα, όταν συναντιούνται τα μέλη της χορευτικής ομάδας «Συρτός». Φαίνεται σαν να μην μπορεί να τους χωρίσει τίποτα. «Μιλάτε μεταξύ σας και για την κρίση;», ρωτώ την ομήγυρη. «Πώς τα πάτε αυτόν τον καιρό;» – «Η Γερμανίδα γυναίκα μου κάθεται στο σπίτι μπροστά στην τηλεόραση και φωνάζει ‘όχι κι άλλα χρήματα στους Έλληνες’», λέει ο Μανόλης. «Κι εσύ;» «Εγώ, τι; Εγώ δεν λέω απολύτως τίποτα. Βέβαια, η οικογένειά μου κατάγεται από την ύπαιθρο. Εκεί τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όπως στην Αθήνα ή την Θεσσαλονίκη. Με κότες, ελιές και οπωροφόρα τα βγάζεις πέρα». Αυτά διαδραματίστηκαν φέτος τον Ιούνιο.

Constantin Gröhn Foto Ulrich Schaarschmidt-0664
Constantin Gröhn, ©Ulrich Schaarschmidt

Ο Κόνσταντιν Γκρεν, γενν. το 1976, είναι ιερέας ευαγγελικής ενορίας στο Αμβούργο-Harvestehude. Οι πρόγονοί του κατάγονται από την Πελοπόννησο, από χωριό κοντά στα Καλάβρυτα.

Συλλογίζομαι τον θείο μου, τον Πάνο, με τα πουλερικά και τις γαλοπούλες, τα μελίσσια και τις κερασιές του στον Μπούμπουκα της Αχαΐας, κοντά στα Καλάβρυτα. Εκεί γεννήθηκε η μητέρα μου,  εκεί πηγαίναμε σχεδόν κάθε καλοκαίρι όταν ήμουνα μικρός. Με το που φτάναμε, παίρναμε αμέσως νωρίς το πρωί τα βουνά για να μαζέψουμε ρίγανη – για μένα αυτό ήταν περιπέτεια ολόκληρη.  Ήδη τότε μου διηγιόντουσαν οι γονείς μου το τι είχε συμβεί εκεί πολύ κοντά πριν πολλά χρόνια. Ώστε να μπορέσω να κατανοήσω το γιατί η ηλικιωμένη γυναίκα, μια φορά που είχαμε πάει για ψώνια στα Καλάβρυτα, είχε αρχίσει ξαφνικά να φωνάζει στο μαγαζί «Χίτλερ! Χίτλερ! Χίτλερ!», ξανά και ξανά – κι εγώ είχα τρομάξει πολύ και είχα αρχίσει να κλαίω.

Τα Καλάβρυτα είναι σήμερα μια φιλική κωμόπολη περίπου 2000 κατοίκων. Τον χειμώνα, αυτό το θυμάμαι από τον καιρό πριν την κρίση, είχε μεγάλη κίνηση, πολλοί πήγαιναν εκεί για να κάνουν σκι. Ο παραλιακός δρόμος από και προς την Πάτρα περνάει από το Διακοφτό, όπου μπορείς να πάρεις τον μικρό οδοντωτό σιδηρόδρομο και –απολαμβάνοντας μια μοναδική ορεινή διαδρομή μέσα από απόκρημνες χαράδρες– να φτάσεις στην ορεινή πόλη των Καλαβρύτων σε ύψος 750 μέτρων. Οι ναζί ήθελαν αρχικά να καταστρέψουν τον οδοντωτό, τον χρειάστηκαν όμως αργότερα για τον εφοδιασμό των στρατευμάτων και τελικά για τη λεία τους. Αυτό έγινε μετά την κατάληψη της Ελλάδας από τη Γερμανία το 1941. Οι αντάρτες αντιστάθηκαν, κρύφτηκαν στα βουνά.

2015_Mai_GR_b_E4wandern_Tag2_Kalavrita_Bahnhof_20150507_1181
Καλάβρυτα, ©Martin Schmidt

«Στρέφοντας το βλέμμα αντικρίσαμε τα Καλάβρυτα να τυλίγονται στις φλόγες»

Η μεγάλη τραγωδία διαδραματίστηκε δύο χρόνια αργότερα. Σε αψιμαχίες σκοτώθηκαν τρεις Γερμανοί στρατιώτες και έως και 80 συνελήφθησαν, προκειμένου να γίνει ανταλλαγή τους με ισάριθμους αιχμαλωτισμένους αντάρτες. Ο τότε Γερμανός στρατηγός-διοικητής διέταξε επιχείρηση με σκοπό να εκφοβίσει τον πληθυσμό. Τέλος Νοεμβρίου κινήθηκαν 1000 στρατιώτες προς τα Καλάβρυτα. Στα χωριά κατά μήκος της πορείας τους λεηλάτησαν και δολοφόνησαν αδιακρίτως. Στο Μέγα Σπήλαιο οι Γερμανοί γκρέμισαν τους μοναχούς από τα βράχια. Καθώς πλησίαζαν τα γερμανικά στρατεύματα έριξαν και οι αντάρτες τους Γερμανούς αιχμαλώτους τους στα βάραθρα.

Kalavrita_2
Μνημείο των Καλαβρύτων, ©Martin Schmidt

Μια νεαρή δασκάλα γερμανικών από τα Καλάβρυτα κατέγραψε αργότερα τα γεγονότα της 12ης και 13ης Δεκεμβρίου. Όταν έφτασαν τα γερμανικά στρατεύματα στα Καλάβρυτα δεν άφησαν κανέναν να φύγει από την πόλη. Ο Γερμανός διοικητής έδωσε το λόγο της τιμής του ότι τίποτα δεν θα συμβεί σε βάρος του πληθυσμού, με αποτέλεσμα ορισμένοι κάτοικοι που είχαν καταφύγει στα βουνά να επιστρέψουν στην πόλη. Στις 13 Δεκεμβρίου χτύπησαν οι καμπάνες των εκκλησιών καλώντας τους κατοίκους να συγκεντρωθούν για επικείμενες εργασίες. Χωρίστηκαν οι γυναίκες από τους άντρες.  Όλα τα αγόρια άνω των 14 ετών διατάχθηκαν να πάνε με τους άντρες.

Kalavrita Gedenktafel
Κατάλογος των θυμάτων στα Καλάβρυτα, ©Martin Schmidt

Η αυτόπτης μάρτυρας εξιστορεί τα όσα ακολούθησαν ως εξής: «Ξαφνικά ακούστηκαν πυροβολισμοί. Είχε αρχίσει η εκτέλεση των αντρών, γεγονός που εκείνη τη στιγμή δεν το γνωρίζαμε. Σκαρφάλωσα στη σοφίτα του σχολείου για να δω από ένα παράθυρο τι συμβαίνει έξω. Μπροστά από το κτίριο στεκόταν ένας στρατιώτης. Τον ρώτησα αν θα μας κάψουν στο σχολείο. Έγνεψε καταφατικά δακρύζοντας. Μεταξύ των γυναικών ξέσπασε τότε πανικός… Με βία σπάσαμε πόρτες και κλειδαριές. Ο στρατιώτης που μας φύλαγε στο σχολείο απομακρύνθηκε. Όσοι ήταν στο σχολικό κτίριο χύθηκαν έξω. Τρέξαμε στα χωράφια και στρέφοντας το βλέμμα αντικρίσαμε τα Καλάβρυτα να τυλίγονται στις φλόγες».

Αποζημιώσεις για εγκλήματα πολέμου; Η γερμανική κυβέρνηση τεχνιέντως αποστασιοποιείται

Ο αριθμός των θυμάτων μέσα και γύρω από τα Καλάβρυτα ποικίλλει, ανάλογα με την πηγή, από περίπου 1000 μέχρι και σε πάνω από 1300. Ένας γερμανικός τουριστικός οδηγός για την Ελλάδα γράφει, ότι το 1943 τα Καλάβρυτα «καταστράφηκαν ως αποτέλεσμα ένοπλης σύγκρουσης», αλλά και ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρείχε «σημαντική βοήθεια ανασυγκρότησης». Αυτό σημαίνει ότι στην πραγματικότητα στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 κάθε πληγείσα οικογένεια έλαβε συνολική αποζημίωση μεταξύ 2000 και 3000 γερμανικών μάρκων για κάθε θύμα.

Kalavrita Fussgaengerzone
Καλάβρυτα, ©Martin Schmidt

Η γερμανική κυβέρνηση δεν ήθελε να δημιουργηθούν προηγούμενα για την αναγνώριση γερμανικών οφειλών και κατ’ επέκταση για τυχόν αξιώσεις πληρωμής αποζημιώσεων. Όταν σπούδαζα για δυο εξάμηνα στην Αθήνα, συνόδεψα τον Δεκέμβριο του 1999 τον τότε ιερέα της γερμανικής ευαγγελικής ενορίας της Αθήνας Μίχαελ Σβάιτσερ και τη γυναίκα του στο ηρώο των Καλαβρύτων, όπου ως μικρή γερμανική ομάδα καταθέσαμε –στα πλαίσια μιας γιορτής μνήμης με ομιλίες, λειτουργία και παρελάσεις– στεφάνι. Τον Απρίλιο του 2000 ταξίδεψε στα Καλάβρυτα για πρώτη φορά ένας Γερμανός Ομοσπονδιακός Πρόεδρος, ο Γιοχάνες Ράου – σε μια εποχή όπου είχε επιβεβαιωθεί από τον Άρειο Πάγο υπέρ των επιζώντων της άλλης σφαγής, αυτής του Διστόμου, το δίκαιο της δήμευσης ιδιοκτησίας του γερμανικού δημοσίου προκειμένου να αποζημιωθούν τα θύματα.

Μέχρι σήμερα δεν υπήρξε καμία πραγματική διευθέτηση των γερμανικών εγκλημάτων πολέμου στην Ελλάδα. Τα Καλάβρυτα αποτελούν μαζί με το Δίστομο –και τελευταία και με τους Λιγκιάδες– μόνο έναν κάπως πιο γνωστό τόπο μεταξύ πολλών άλλων αγνώστων. Ακούω ακόμα την Ελληνίδα γιαγιά μου να μου αφηγείται τις λεηλασίες των Γερμανών στρατιωτών στον γειτονικό Μπούμπουκα.  Στη μέση της πλατείας του χωριού είχαν οργανώσει κάποτε τσιμπούσι με κλεμμένα τρόφιμα, τραγουδώντας δυνατά «Χαϊντί-χαϊντό». Όταν έφυγαν, πήγαν τα παιδιά να μαζέψουν ότι ξεροκόμματα κι αποφάγια είχαν μείνει. Αλλά οι Γερμανοί τα είδαν, επέστρεψαν και έθαψαν ό,τι είχε περισσέψει. «Οι Ιταλοί», έλεγε η γιαγιά μου, «θα έκαναν τα στραβά μάτια, αλλά οι Γερμανοί ήταν σκληροί, σκληροί κι απάνθρωποι».

Berge um Kalavrita
Στα περίχωρα των Καλαβρύτων, ©Constantin Gröhn

Έλληνες και Γερμανοί σήμερα: Χορεύοντας αγκαλιασμένοι

Μετά το ελληνικό δημοψήφισμα αρχές Ιουλίου 2015 που αφορούσε τις αξιώσεις των πιστωτών η Άγκελα Μέρκελ ανακοίνωσε στη γερμανική τηλεόραση «σκληρές διαπραγματεύσεις με σκληρούς όρους», σχεδόν σαν να χρειαζόταν να τιμωρηθεί κάποιος παραδειγματικά. Μια γνωστή γερμανική εβδομαδιαία εφημερίδα έγραψε στο πρωτοσέλιδο «Η Ευρώπη έδειξε πυγμή» μιλώντας για μια σημαντική προειδοποίηση προς την Ισπανία, όπου σύντομα θα ακλουθούσαν εκλογές. Αυτό που εννοείτο ήταν η συνέχιση της ριζικής ανάληψης μιας πληθώρας υποχρεώσεων που έπρεπε να επικυρωθούν συνοπτικά στην ελληνική Βουλή: μεταξύ των άλλων η καθιέρωση εργάσιμης Κυριακής, ένας υψηλότερος ΦΠΑ στον τουρισμό –ειδικά στον πλέον ακμάζοντα ελληνικό οικονομικό τομέα– και μεγάλης έκτασης ιδιωτικοποιήσεις. Οι επενδύσεις γερμανικών και άλλων ξένων εταιρειών στη χώρα διευκολύνθηκαν, πλήττοντας όμως καίρια τις ούτως ή άλλως ήδη ταλαιπωρημένες μικρές ελληνικές επιχειρήσεις. Κούρεμα χρέους, ωστόσο, αποκλείστηκε. Η οικονομική σκοπιμότητα αυτών των μέτρων αμφισβητείται μέχρι σήμερα.

Η δική μου ιδέα της Ευρώπης ταυτίζεται με εκείνη των Ελλήνων παππούδων μου. Εκείνοι ήταν σε θέση να δουν στο πρόσωπο του πατέρα μου όχι τον ναζί, αλλά έναν νεαρό Γερμανό. Και όδευσαν με αυτήν την καλοσύνη στον δρόμο της συμφιλίωσης, αυτόν που τόσες φορές είχε χαράξει με επιτυχία η Ευρώπη.

Στο δημοτικό σχολείο του Αμβούργου-Hamm, ο Βασίλης, ο χοροδιδάσκαλος, καλεί τους παρόντες στον επόμενο χορό: τσάμικο. Με τα χέρια στον ώμο του διπλανού ξεκινάνε λοιπόν Έλληνες και Γερμανοί μαζί, δεμένοι ο ένας με τον άλλο. Το λαούτο αρχίζει ένα δημοτικό τραγούδι της Πελοποννήσου, το κλαρίνο σιγοντάρει: «Ωρέ αν πάτε, ωρέ αν πάτε στα Καλάβρυτα και από την Άγια Λαύρα / ωρέ θα ιδείτε γέρους θα ιδείτε γέρους και παιδιά / ωρέ θα ιδείτε γέρους και παιδιά γυναίκες με τα μαύρα».

Κείμενο: Constantin Gröhn, πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό της Ευαγγελικής Εκκλησίας της Γερμανίας “Chrismon“. Μετάφραση: Πάνος Κατσάς/Α. Τσίγκας. Φωτό: Ulrich Schaarschmidt, Martin Schmidt, Constantin Gröhn.

Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)

Σχολιάστε