Καιρός για νέες προοπτικές

Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης 2016

Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)

18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Ήταν μια ευκαιρία για πολλούς σκηνοθέτες, και μάλιστα όχι μόνο τους Έλληνες, να παρουσιάσουν τις ταινίες τους. Ο διεθνής αέρας του φεστιβάλ είναι εκείνος ακριβώς που φροντίζει ώστε να δοθεί η σωστή προοπτική στη διοργάνωση. Ο μπλόγκερ Φλόριαν Σμιτς βγάζει το δικό του συμπέρασμα.

Μερικές φορές θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι ο κόσμος έχει πάντοτε ένα μονάχα πρόβλημα κάθε φορά. Τουλάχιστον αυτή είναι η αίσθηση που αποκτά κανείς, όταν η πλειοψηφία των ρεπορτάζ περιστρέφεται γύρω από ένα συγκεκριμένο θέμα. Είναι πολύ σκληρός ο αγώνας που δίνει κανείς για να κερδίσει την προσοχή στο κόκκινο χαλί των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης. Κι όταν πια την έχει κατακτήσει, η ούτως ή άλλως αβέβαιη δόξα μπορεί να χαθεί πολύ γρήγορα. Αυτό συνέβη και στην περίπτωση της Ελλάδας, όταν το κύμα των προσφύγων έφτασε στους γερμανικούς σιδηροδρομικούς σταθμούς και μας θύμισε έτσι, παρεμπιπτόντως, τον πόλεμο στη Συρία, ο οποίος από καιρό δεν έπαιζε πλέον κάποιον σπουδαίο ρόλο στη γερμανική τηλεόραση, το ραδιόφωνο και τις εφημερίδες.

Dokufestival EUdysseus, Eingangshalle
Το Ολύμπιον αποτελεί το κέντρο του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ στη Θεσσαλονίκη. © EUdysseus

Α ναι, κάτι είχε γίνει εκεί

Αυτή τη χρονιά, η προσφυγική κρίση ήταν το κυρίαρχο θέμα του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης. Ήδη από την τελετή έναρξης, ο απερχόμενος διευθυντής του Φεστιβάλ, Δημήτρης Εϊπίδης, επεσήμανε τις διεθνείς διαστάσεις της κατάστασης. Αλλά και πολλές από τις ταινίες που πραγματεύονταν το συγκεκριμένο θέμα υπενθύμιζαν στον επισκέπτη του Φεστιβάλ την εξής αλήθεια: η προσφυγική κρίση δεν είναι φαινόμενο των τελευταίων δύο ετών.

Η ελληνική ταινία «Όνειρο ζωής» ακολουθεί πρόσφυγες στον δρόμο τους από τη Λέσβο ως την Ειδομένη και επικεντρώνεται έτσι στην πιο πρόσφατη ιστορία της προσφυγικής κρίσης. Η ταινία έθεσε υπό συζήτηση και άλλες ενδιαφέρουσες όψεις του θέματος. Επισημάνθηκε για παράδειγμα ότι οι πρόσφυγες πληρώνουν υπερβολικά μεγάλα ποσά για τα ναύλα του πλοίου που θα τους φέρει στον Πειραιά, ενώ και η μεταφορά τους με το λεωφορείο από την Αθήνα ως τα σύνορα είναι εξίσου υπερτιμημένη. Στην ταινία γίνεται επίσης λόγος για το γεγονός ότι δεν είναι όλοι οι πρόσφυγες ίδιοι, ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα συγκρούσεων μεταξύ των διαφορετικών εθνοτικών ομάδων, καθώς και ότι η μεταχείριση που τους επιφυλάσσεται στη διαδρομή τους μέσα από τα διάφορα κράτη της Ευρώπης ποικίλει. Προβλήθηκαν λοιπόν εικόνες από καταυλισμούς στη Λέσβο στους οποίους φαίνεται να υπάρχει σαφής προτίμηση για συγκεκριμένες εθνικότητες και αναλόγως καλύτερες συνθήκες κατά την εγκατάστασή τους εκεί.

Dimitris Eipides, Bildmitte
Ο Δημήτρης Εϊπίδης παραιτήθηκε φέτος από τη θέση του διευθυντή του φεστιβάλ. © EUdysseus

Το Δουβλίνο ως ψύχωση

Με πολύ ξεχωριστό τρόπο ανέδειξε το ζήτημα αυτό και η δανική συμμετοχή, με την ταινία «Ονειρεύομαι τη Δανία». Ο 15χρονος Γιασουλάχ από το Αφγανιστάν κατορθώνει παρά τα ψυχικά του τραύματα να φτάσει μόνος του στην Κοπεγχάγη. Στο σπίτι του τον κακομεταχειρίζονταν και τον ταπείνωναν. Σε ένα ειδικό κέντρο για ανήλικους πρόσφυγες βρίσκει ένα στήριγμα, μαθαίνει να μιλάει δανικά με μεγάλη ευχέρεια και κάνει φιλίες. Μετά όμως πρόκειται να απελαθεί κι έτσι καταφεύγει στη βόρεια Ιταλία. Στην τοπική οργάνωση της Κάριτας τού λένε: «Οι εγκαταστάσεις μας είναι πλήρεις. Για την περίπτωσή σου θα υπάρξει απόφαση το νωρίτερο σε μισό χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι θα βγάλεις όλο τον χειμώνα στον δρόμο».

Ο νεαρός γίνεται ολοένα και περισσότερο έρμαιο ψυχωτικών καταστάσεων, δεν μπορεί πια να θυμηθεί ποιοι είναι οι φίλοι του, δεν αναγνωρίζει ούτε τον σκηνοθέτη. Κι ενώ στην αρχή της παραμονής του στην Ιταλία ονειρεύεται ακόμη τη Δανία και έχει την τύχη να τον επισκεφτεί κι ένας φίλος του από την Κοπεγχάγη, όσο προχωράει ο καιρός κλείνεται όλο και περισσότερο στον εαυτό του. Ο σκηνοθέτης τον ρωτά: «Θέλεις να πας στη Δανία;» Κι εκείνος σαστισμένος του απαντά: «Γιατί; Για ποιον λόγο να πάω στη Δανία;» Η αμνησία του Γιασουλάχ δεν είναι τίποτε άλλο από ένα όπλο ενάντια στον διαρκή πόνο της κατεστραμμένης ελπίδας. Είναι ένας μηχανισμός άμυνας και προστασίας, ο οποίος θάβει βαθιά μες στην ψυχή τις ταπεινώσεις μιας ολόκληρης ζωής.

Η άνθηση του ελληνικού ντοκιμαντέρ

Παρά τον διεθνή προσανατολισμό του φεστιβάλ, η διοργάνωση αποτελεί προπαντός για τους Έλληνες ντοκιμαντερίστες μια ευκαιρία να προβάλουν το έργο τους. 73 από τις 186 συμμετοχές που προβλήθηκαν συνολικά ήταν ελληνικές. Σύμφωνα με τον Δημήτρη Εϊπίδη, ο οποίος θεωρείται ο «πατέρας» του Φεστιβάλ και από του χρόνου δεν θα είναι πλέον διευθυντής του, η εξέλιξη αυτή είναι πολύ θετική. Σημαντικό ρόλο ως προς την αυξημένη αυτή παραγωγή έχουν παίξει τόσο το ίδιο το Φεστιβάλ όσο και τα νέα μέσα ενημέρωσης, καθώς στις μέρες μας είναι αρκετά πιο εύκολο να δει κανείς ντοκιμαντέρ. «Νομίζω ότι το μεγαλύτερο ερέθισμα για έναν ντοκιμαντερίστα είναι η προσέγγιση του θεατή. Όταν ξοδεύει κανείς χρήματα για να βγει με μια κάμερα στον δρόμο, τότε σίγουρα υπάρχει ένα συγκεκριμένο κίνητρο. Αυτός ο άνθρωπος θέλει κάτι να δείξει, να εκπληρώσει έναν κοινωνικό σκοπό».

Dokufestival EUdysseus, Zuschauersaal
Το ντοκιμαντέρ αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία για το κοινό. © EUdysseus

Και ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης, ένας από τους πιο γνωστούς ντοκιμαντερίστες της Ελλάδας, βλέπει στο ντοκιμαντέρ την ευκαιρία να αντιπαραθέσει στη διεθνή δημοσιογραφία για την Ελλάδα της κρίσης μια άλλη οπτική γωνία. Ήδη από πέρυσι είχε παρουσιάσει μια ταινία για τους πρόσφυγες στην Αθήνα. Φέτος συμμετείχε στο Φεστιβάλ με την «Δεύτερη ευκαιρία». Ένας έφηβος Λιθουανός βρίσκεται κρατούμενος σε ελληνική φυλακή ανηλίκων. Με τη στήριξη που του παρέχει ένα δυναμικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα θα έχει την ευκαιρία να ξεφύγει από τον φαύλο κύκλο της παραβατικότητας. Αυτές είναι όψεις της Ελλάδας που με τις απροσδόκητες αποχρώσεις τους έρχονται σε αντίθεση με το δίπολο «άσπρο-μαύρο» που κυριαρχεί στα ρεπορτάζ των μέσων ενημέρωσης.

Οι Έλληνες κινηματογραφιστές αμύνονται ενάντια στην υπεραπλούστευση. Δείχνουν το απροσδόκητο, επεξεργάζονται ιστορίες, κάνουν αυτοκριτική και παράγουν συσχετισμούς. «Ο κόσμος κατακλύζεται από εικόνες που κάθε φορά αντικατοπτρίζουν ένα μικρό μονάχα μέρος της πραγματικότητας. Το ντοκιμαντέρ είναι κάτι διαφορετικό. Είναι σε θέση να κάνει αντιληπτή μια κατάσταση στην ολότητά της. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, και προπαντός για την Ελλάδα, που βρίσκεται τόσο συχνά στο επίκεντρο των μέσων ενημέρωσης», λέει ο Καραμαγγιώλης.

Συνάντηση και αλλαγή οπτικής γωνίας

Την ικανότητα που έχει ένα ντοκιμαντέρ όχι μόνο να κάνει αντιληπτή μια κατάσταση αλλά και να μας ανοίξει τα μάτια, τη δείχνει η Λυδία Κώνστα με την ταινία της «Το φως πυκνώνει». 9 καλλιτέχνες ελληνικής / ελληνογερμανικής καταγωγής καταγίνονται με τα τραύματα που άφησε η Γερμανική Κατοχή στην Ελλάδα. Μέσα από συζητήσεις με θύματα και μαρτυρίες της εποχής προκύπτουν έργα τέχνης, τα οποία λειτουργούν τελικά ως σύμβολα για την αναμέτρηση με το παρελθόν. Στην προσπάθεια αυτή συμμετέχει και η Ντοροτέα, η οποία ζει στη Θεσσαλονίκη και είναι παντρεμένη με Έλληνα. Ο πατέρας της, Χέλμουτ, ήταν τότε στρατιώτης της Βέρμαχτ στην Ελλάδα. Αν και ο ίδιος δεν είχε πάρει μέρος σε σφαγές, αναλαμβάνει την ευθύνη.

vier Personen auf Podium, 2.v. links Regisseurin Lydia Konsta
Η σκηνοθέτρια Λυδία Κώνστα σε συζήτηση με το κοινό. © EUdysseus

«Δεν μπορεί κανείς να μιλήσει πια για πόλεμο σε αυτή την περίπτωση. Ήταν μια ομαδική σφαγή άοπλων, ανυπεράσπιστων ανθρώπων, πολιτών – πραγματικές εκτελέσεις. (…) Επρόκειτο βέβαια για τον πόλεμο που είχε κηρύξει ο Χίτλερ, έναν πόλεμο εντελώς διαφορετικό, ο οποίος σκοπό είχε την άμεση εξόντωση. Εδώ όμως συγκεκριμένα, υπήρξαν και ενέργειες από την πλευρά των στρατιωτών που έφταναν μέχρι και τον σαδισμό», διηγείται ο Χέλμουτ. Αυτά είναι λόγια που πρέπει να ειπωθούν και σε καιρούς όπως οι σημερινοί, όπου η διαμάχη για τις πολεμικές αποζημιώσεις και τα αναγκαστικά δάνεια έχει ανοίξει για τα καλά τις παλιές πληγές. «Η Ευρώπη έχει μια απαίσια παράδοση μίσους και πολέμων. Αν θέλουμε να έχουμε ειρήνη, πρέπει να συνεργαστούμε», εξηγεί η Κώνστα, αναφερόμενη μεταξύ άλλων και στην ανάγκη για διεθνή συνεργασία μεταξύ των κινηματογραφιστών.

Πράγματι, το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης αποτελεί ένα σημείο συνάντησης. Εδώ ανταμώνουν άνθρωποι και ανταλλάσσουν απόψεις. Συνδυάζονται με ουσιαστικό τρόπο κάθε λογής πληροφορίες και προκύπτει μια διαφοροποιημένη ματιά στα πράγματα. Έτσι, το Φεστιβάλ δεν προσφέρει μόνο τη δυνατότητα να επανεξετάσει κανείς την κρίσιμη κατάσταση της Ελλάδας μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Αυτό που γίνεται επιπλέον σαφές είναι ότι οι πραγματικές αιτίες της ευρωπαϊκής κρίσης παρουσιάζουν ένα μοτίβο, το οποίο απλώνεται πολύ πιο πέρα από τα όρια της ηπείρου.

Κείμενο: Florian Schmitz. Μετάφραση: Μαριάννα Χάλαρη. Φωτό: ©EUdysseus.

Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)

Σχολιάστε