Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)
Ο Πασχάλης Τούνας, συντακτικό μέλος του diablog.eu, μας ξεναγεί στις κορυφές και παρυφές του Μπούρινου κοντά στην Κοζάνη. Πάρτε τον χρόνο σας για να δείτε από άλλη οπτική γωνία τους βραχώδεις του σχηματισμούς και τα χωριά κατά μήκος του δρόμου. Τροφή για την ψυχή!
Σαν σύγχρονος πια οδοιπόρος, που σέβεται τον πολύτιμο χρόνο του και την ακρίβεια των πληροφοριών του ταξιδιού του στον χωροχρόνο, πριν βάλω το κλειδί στην μηχανή του αυτοκινήτου, ξεδιπλώνω ή καλύτερα αγγίζω τον χάρτη της google για ακόμα μία φορά στο «έξυπνο κινητό». Η σειρά των κινήσεων τυφλοσούρτης. Να ΄ναι καλά οι χιλιάδες ανά τον κόσμο τοπικοί οδηγοί-ξεναγοί της google που συνεισφέρουν εθελοντικά υλικό, φωτογραφικό και κείμενο με την μορφή αξιολόγησης ή κριτικής συμβάλλοντας στην βελτίωση των χαρτών της. Αν και κάποιος πολύ εύλογα θα μπορούσε να κατηγορήσει την εταιρεία για μονοπωλιακές πρακτικές, θεωρώ ωστόσο πως το συγκεκριμένο πρόγραμμα βελτιώνει κατά πολύ τους χάρτες προτείνοντας και νέες αχαρτογράφητες διαδρομές. Με σωστή πάντα χρήση μπορεί να συνδράμει στην τουριστική και όχι μόνο ανάπτυξη και περιοχών όχι τόσο γνωστών.
Έχω αφήσει πίσω μου το μνημείο της Μάχης του Φαρδύκαμπου όπως και τις μελανές μνήμες της και λίγο πριν εισέλθω στην Εγνατία Οδό, σταματώ πάνω σε μια νέα γέφυρα, για να θαυμάσω τη θέα. Βρίσκομαι ανάμεσα σε δύο ορεινούς όγκους, συγγενείς και ένα σώμα αρχικά, αλλά με μια πολυτάραχη γεωλογική ιστορία εκατομμυρίων ετών, που τους χώρισε. Στα αριστερά μου, το σχεδόν σεληνιακό και απόκοσμο τοπίο γύρω από την κορυφή Βέλια του Βούρινου –ή Μπούρινου κατά την ντόπια ονομασία– με κατεξοχήν ασβεστολιθικά πετρώματα και στα δεξιά το πιο πράσινο με χαμηλή βλάστηση δυτικό τμήμα του Μπούρινου, γνωστού στους γεωλόγους και άλλους ειδικούς για μια ακολουθία πετρωμάτων, τα οφιολιθικά, πρασινωπά δηλαδή πετρώματα σαν το χρώμα του δέρματος του φιδιού που είχαν αναδυθεί από έναν αρχαίο μεγάλο ωκεανό, αυτόν της Τηθύος, που στο παρελθόν περιελάμβανε μεγάλο τμήμα της σημερινής Μεσογείου.
Στο πρασινοκαφέ ανάγλυφο του χάρτη, με αφετηρία αυτή τη φορά τη νέα γέφυρα, εμφανίζεται μια διαφορετική διαδρομή, μια μπλε γραμμή 45 περίπου χλμ. και διάρκειας 40 λεπτών. Περιτρέχει όμως το δυτικό και νότιο τμήμα του ορθογωνίου σχήματος βουνού. Στον χάρτη ο δρόμος φαίνεται να έχει κατασκευαστεί σε ένα διαβρωμένο από τα νερά ανάγλυφο, στις παρυφές του βουνού και πιθανόν πάνω στην στερεοποιημένη και πετρώδη μετά από εκατομμύρια χρόνια ρευστή κόκκινη λάβα, που βγήκε από τα εσώψυχα του βουνού κατά την διαδικασία της ανάδυσής του από τον αρχαίο ωκεανό. Πιθανόν είναι η ίδια παλιά οδική διάβαση που το 1886 ο ταγματάρχης Μηχανικού Σχινάς πήρε την εντολή και κατέγραψε.
Αρχίζω λοιπόν να ανηφορίζω προς τις υπώρειες του Μπούρινου. Η βλάστηση γύρω γύρω χαμηλή, με στρογγυλό περίγραμμα, σχεδόν καθόλου καλλιεργήσιμες εκτάσεις παρά μόνο βραχώδες έδαφος με μοναδικούς εμφανείς ζωντανούς οργανισμούς τα κατσίκια να οδηγούνται προς τις στάνες. Ο δρόμος και οι μικρής κλίσης στροφές ακολουθούν το πτυχωτό περίγραμμα της δυτικής πλαγιάς του βουνού. «Παλαιόκαστρον» γράφει η ξεβαμμένη από τον ήλιο πινακίδα. Στα αριστερά , ακριβώς απέναντι από ένα περιφραγμένο μαρμάρινο εικονοστάσι, μια στάνη και ξύλινες θήκες για φαγητό των ζώων, παρατεταγμένες με τέτοιο τρόπο, που θα ζήλευαν ακόμα και οι σύγχρονοι καλλιτέχνες «εγκαταστάσεων».
Κατηφορίζω, με χαμηλή ταχύτητα, έχοντας στα δεξιά μου την θέα, προς τμήμα της αρχαίας θάλασσας της Τηθύος, ένα μελλοντικό γεωπάρκο της περιοχής. Πριν στρίψω δεξιά, προς Δαφνερό και Έξαρχο, επόμενους οικισμούς της διαδρομής, μια μικρή στάση στο κέντρο του χωριού.
Φτάνω, πολύ σύντομα στην σχεδόν τετράγωνη πλατεία Ηρώων, που μου θύμισε εκείνες των χωριών του ιταλικού βορρά, περιτριγυρισμένη από χαμηλά τσιμεντένια σπίτια και ένα καμπαναριό. Περισσότερο θυμίζει μια πλακοστρωμένη με ερυθρούς και στο χρώμα της ώχρας κυβόλιθους διασταύρωση παρά πλατεία. Ωστόσο το σχήμα της είναι αρκετά λειτουργικό. Κάποια παιδιά παίζουν, ενώ ακριβώς απέναντί τους μια παρέα ηλικιωμένων έξω από το μοναδικό παλιό καφενείο, με δορυφορικές κεραίες και μια φωτιστική κολώνα της ΔΕΗ στην ταράτσα του. Κάθονται σε ένα ξύλινο νεοκλασικό , ευρύχωρο και βολικό, παγκάκι πλατείας. Καφενείο και πλατεία έγιναν ένα σώμα.
Έναντι του καφενείου το ιατρείο του χωριού με ανοιχτή τη τζαμαρία. Στο μεταίχμιο-όριο με την πλατεία, στο περβάζι, μια κυρία αναπαύεται σε μια άσπρη πλαστική καρέκλα, χαρακτηριστική της υπαίθριας και όχι μόνο ελληνικής αισθητικής πραγματικότητας. Η κυρία φαίνεται να απολαμβάνει το δροσερό αεράκι, καθώς βρίσκεται «μέσα στο ρεύμα» που δημιουργεί από την μία ο λιγοστός εξωτερικός αέρας και από την άλλη ο τεχνητός του περιστρεφόμενου μεταλλικού ανεμιστήρα. Ο βόμβος της μηχανής παραγωγής αέρα μπλέκεται με το ρυθμικό χτύπημα της μπάλας , με την οποία ένα παιδί χτυπά τον καφέ τοίχο του σπιτιού.
Προσπαθώ να παραμείνω απαρατήρητος. Πόσο απαρατήρητος όμως να μείνει κάποιος που έχει μια φωτογραφική μηχανή και αιχμαλωτίζει οτιδήποτε κινητό και ακίνητο, και είναι η μοναδική φιγούρα στον ήλιο. Όλοι τους έχουν πιάσει μια σκιά για να προφυλαχτούν από το υγρό και ζεστό καλοκαιριάτικο απομεσήμερο.
«Νεαρέ, να πας και στο απολιθωμένο δάσος!», ακούω μια φωνή από το καφενείο προερχόμενη όσο φωτογράφιζα την τζαμαρία ενός μαγαζιού με κατεβασμένα ρολά. «Της Λέσβου;», απαντώ, «είναι κάπως μακριά από δω, δεν νομίζετε;» «Ποιάς Λέσβου; Εδώ στο Παλαιόκαστρο!» Αποσύρω το μάτι από το σκόπευτρο της μηχανής, την βάζω στη δερμάτινη θήκη της και πλησιάζω την παρέα στο καφενείο. Έχει λοιπόν το Παλαιόκαστρο απολιθωμένο δάσος; Γνώριζα για τον αρχαιότερο στην Ελλάδα λίθινο πέλεκυ, που μαγνητίζει τα βλέμματα των επισκεπτών σε προθήκη στην Αρχαιολογική Συλλογή Κοζάνης και για τον αρχαιολογικό χώρο του οχυρωμένου κάστρου στον λόφο Γλα, αλλά για απολιθωμένο δάσος εδώ, πρώτη φορά άκουγα. «Φυσικά και έχουμε», απαντά με υπερηφάνεια ο γέροντας δίνοντάς μου στη συνέχεια ένα εμπεριστατωμένο με πλήρη στοιχεία ρεπορτάζ.
«Κάπου στο 2007, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, ανακάλυψαν τμήματα από απολιθωμένους κορμούς δέντρων –κωνοφόρα, δρύες, φοίνικες– οι οποίοι όμως έχουν το εξής ασυνήθιστο και για πρώτη φορά στην Ελλάδα εντοπισμένο χαρακτηριστικό. Έχουν καλυφθεί από ένα ηφαιστειακό μάλλον ορυκτό, συνήθως λευκό, σαν κρύσταλλοι που λαμπυρίζουν στο φώς του ήλιου. Δεν θυμάμαι, μου λέει ο γέροντας, πως λέγεται το ορυκτό αυτό, κάτι από <Χ, χα> αρχίζει.» «Χαλαζίας μήπως;» «Ναι, χαλαζίας! Μπράβο. Επιπλέον, οι ερευνητές », συνέχισε, «εντόπισαν απολιθωμένα φύλλα δέντρων και κοχύλια, πράγμα που σημαίνει, πως εδώ πριν από πολλά χρόνια, εκατομμύρια ίσως, υπήρχε θάλασσα. Έτσι δεν είναι;» «Προφανώς», του απαντώ, «είναι μάλλον η αρχαία Τηθύς, ένας αρχαίος ωκεανός.»
«Και πως μπορεί κανείς να φτάσει μέχρι εκεί;»
«Το απολιθωμένο δάσος εκτείνεται στους νομούς Καστοριάς και Γρεβενών και ίσως και εκτός των συνόρων της Ελλάδας. Για να πάει κάποιος από δω, πρέπει σίγουρα να συνοδεύεται από κάποιον ντόπιο που γνωρίζει την περιοχή. Ωστόσο μπορείς», μου λέει, «να δεις τη διαδρομή και στον χάρτη. Να, εκεί απέναντι στην εκκλησία, στο καλυμμένο από τα φύλλα του δέντρου ταμπλό, υπάρχει ένας τουριστικός χάρτης της περιοχής.» Ευχαρίστησα τον γέροντα-«ρεπόρτερ», ευχήθηκα σ΄ αυτόν και την παρέα του, υγεία και μακροζωία, και πέρασα απέναντι πάλι, σαν τον πρωταγωνιστή σε θεατρικό έργο, να δω τον τουριστικό χάρτη. Αντιγράφω στο σημειωματάριό μου απολιθωμένο δάσος με κρυστάλλους χαλαζία, κορυφή Φλάμπουρο (900 μ.), Γλας όπου ο αρχαίος οικισμός, καταφύγιο άγριας ζωής Τσεβέρνα-Μπούρινος.
Εξακολουθώ να βρίσκομαι επί της επαρχιακής οδού Σιάτιστας-Κνίδης. Λίγο έξω από τα τελευταία σπίτια του Παλαιοκάστρου ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, με καλεί να σταματήσω. Όχι δεν ακούγονται φωνές φιλάθλων και σφυρίγματα διαιτητή, δεν φρέναρα απότομα εξαιτίας μιας μπάλας στο δρόμο. Αυτά φαίνεται πώς έχουν πάψει εδώ και καιρό. Το γήπεδο όμως εξακολουθεί να υπάρχει ως μια χωμάτινη περιφραγμένη έκταση, με την μοναδική ίσως κερκίδα-πέταλο τους πρόποδες του Μπούρινου. Ίσως πρέπει να προστεθεί στη λίστα με τα πιο εντυπωσιακά γήπεδα ποδοσφαίρου του κόσμου.
Στο σχετικά καλοδιατηρημένο οδόστρωμα της επαρχιακής οδού και πάλι. «Δαφνερό», η πινακίδα. Σχεδόν δίπλα στο Παλαιόκαστρο, που με κάνει να αναρωτηθώ ποιάς ομάδας τελικά είναι έδρα το γήπεδο ποδοσφαίρου. Στην είσοδο του οικισμού, απέναντι από την πετρόκτιστη παλιά εκκλησία της Παναγίας, μια παιδική χαρά με θέα τις κορυφές του Μπούρινου. Και εδώ χωρίς παιδιά. Έχει κανείς την αίσθηση ότι το κτισμένο στο οροπέδιο που σχηματίζει ο Αλιάκμονας ποταμός χωριό έχει εγκαταλειφθεί εδώ και καιρό. Διασχίζω την επαρχιακή οδό που περνά μέσα από το χωριό και πολύ σύντομα βρίσκομαι σε μη δομημένο περιβάλλον στην επαρχιακή πλέον οδό Εξάρχου-Δαφνερού. Οι εναλλαγές του αναγλύφου σε τρία κατά σειρά επίπεδα –διαβρωμένο έδαφος από τα νερά του Αλιάκμονα, επίπεδοι χωμάτινοι λόφοι με χαμηλή βλάστηση από πουρνάρια και ο Μπούρινος με τις πλαγιές του να σχηματίζουν τριγωνικά συμπλέγματα– γίνονται πιο επιβλητικές βοηθούμενες από τις εναλλαγές του ηλιακού φωτός και την παιχνιδιάρικη διάθεση των λευκών συννέφων.
Ανοίγω και πάλι τον ψηφιακό χάρτη. Όχι, δεν χάθηκα. Τον χρειάζομαι για να εντοπίσω ένα λουλούδι! Πριν καιρό, κάνοντας μια έρευνα για την χλωρίδα στον Μπούρινο, εντόπισα μια ακόμα ενδιαφέρουσα ελληνοαυστριακή συνάντηση, καθώς ένα από τα ενδημικά φυτά του Μπούρινου, η Εσπερίδα του Θεόφραστου, έχει και ένα δεύτερο συνοδευτικό όνομα, εκείνο του Ρέχινγκερ, του καινοτόμου Αυστριακού βοτανολόγου Karl Heinz Rechinger, που κατέγραφε λεπτομερώς τα φυτά στα πολλά ερευνητικά ταξίδια του στην Ελλάδα – μια ερωτική εξομολόγηση στον Μπούρινο και τη χλωρίδα του.
Γερμανοί λοιπόν συλλέκτες και βοτανολόγοι πρόσθεσαν σε μια βάση δεδομένων στο Βοτανικό Κήπο και Μουσείο του Βερολίνου, στο Ντάλεμ, κάποιες συντεταγμένες εύρεσης της Hesperis theophrasti rechingeri. Αυτές θα προσπαθήσω να επαληθεύσω. Σίγουρα υπάρχουν ειδικές συσκευές εντοπισμού συντεταγμένων, αλλά δεν έχω να χάσω κάτι. Γράφω λοιπόν την μεγάλη πρόταση από αριθμούς και πατώ τον μεγενθυντικό φακό της αναζήτησης. Η αναζήτηση μου δίνει ένα σημείο, όπου και πάω. Να είμαι τόσο τυχερός και να δω από κοντά την Εσπερίδα; Δυστυχώς δεν την βρίσκω, αλλά θα ξαναπροσπαθήσω με μελλοντική επίσκεψη και έχοντας περισσότερο χρόνο στη διάθεσή μου.
Με μία μικρή απογοήτευση αλλά και μια φιλοπεριέργεια και υπόσχεση να βρω μελλοντικά την Εσπερίδα, συνεχίζω το ταξίδι μου με επόμενη στάση τον Έξαρχο, σε έδαφος πλέον της περιοχής των Γρεβενών. Η διαδρομή των 8 περίπου χλμ. από το Δαφνερό προς τον Έξαρχο, άκρως απόκοσμη. Στα αριστερά μου και πολύ κοντά οι δυτικές πλαγιές του Μπούρινου. Το ταλαιπωρημένο, καταπονημένο και σε σημεία χωρίς διαγράμμιση οδόστρωμα από τις καιρικές συνθήκες αν δεν συντηρηθεί άμεσα, θα παρασυρθεί από την φυσική διάβρωση του εδάφους. Οι μοναδικές ανεξίτηλες διαγραμμίσεις είναι τα ίχνη από το κάτουρο των κατσικιών, που κάνουν χρήση του δρόμου πιο συχνά από τους ανθρώπους. Σε αρκετά σημεία των παρυφών του βουνού και δίπλα στο δρόμο, αποτυπώματα μιας παρελθούσας εξορυκτικής δραστηριότητας. Είτε από τον γνωστό ορυκτό πλούτο του βουνού είτε πρόχειρες και σύντομες αμμοληψίες. Τώρα έχουν μετατραπεί σε υποδοχείς απορριμμάτων ή και παλιού οικοδομικού υλικού. Ακόμα και έτσι όμως η διαδρομή έχει κάτι το μεταφυσικό και κινείται σε χρόνους που καθορίζονται από την φύση. Είναι σαν τα πεταμένα υλικά –κεραμίδες, τσιμέντο, πλακάκια μπάνιου– να επιστρέφουν στην αρχική τους πηγή, το βουνό.
Ευτυχώς που και εδώ ο δρόμος διασχίζει τμήμα του μικρού οικισμού και οι περαστικοί ταξιδιώτες διαταράσσουν την αναπάντεχη μερικές φορές ησυχία. Περνώ από μια διασταύρωση με ένα μαρμάρινο γλυπτό-βρύση στην μία άκρη της, έχοντας στα αριστερά μου κόκκινες στέγες χαμηλών σπιτιών και πάνω από αυτές τη στέγη του Μπούρινου. Τόσο κοντά και τόσο μακριά. Ακολουθώ το δρόμο προς το βουνό, εκτός δηλαδή της αρχικής πορείας. Μια ήπιας κλίσης ανηφόρα, προσπερνώντας μπάλες σιτηρών και στάνες με αγελάδες, με φέρνει κυριολεκτικά μια ανάσα από τον επιβλητικό ορεινό όγκο. Κατεβάζω ταχύτητα, καθώς η ανηφόρα έχει πλέον μία περίεργη έντονη κλίση, και στο ίσιωμα ακινητοποιώ το αυτοκίνητο. Στο ύψος των ματιών μου και λίγο πιο πάνω η ηφαιστειακή πριν εκατομμύρια χρόνια μάζα πλέον πετρωμένη και στα δεξιά μια μικρή λίμνη, υποδοχέας των νερών που κατηφορίζουν από το βουνό.
Κάπου ανάμεσα στο βουνό και τη λίμνη ξεχωρίζουν δύο καπέλα, κόκκινο και πράσινο, που σαν τους φωτεινούς σηματοδότες των δρόμων, εναλλάσσονται πάνω κάτω. Κατά καιρούς σε παλιότερες επισκέψεις μου έχω δει επίμονους ερευνητές να ψάχνουν για πετρώματα του βουνού. Σήμερα φαίνεται είναι τυχεροί. Μεγάλες πέτρες σερπεντινίτη, υλικό κατασκευής αρχαίων λίθινων εργαλείων, έχουν ξεκολλήσει από το βουνό λόγω φυσικών διεργασιών και σταμάτησαν λίγο πιο πέρα από το εξωκκλήσι του Αγίου Αθανασίου, το περιβαλλόμενο από κεραυνοβολημένες βελανιδιές. Αφήνω τους ερευνητές να συνεχίσουν τη δουλειά τους και κατηφορίζω προς το κέντρο του χωριού.
Φωτογραφίζω τα σύγχρονα ερείπια και μια εκκλησία με ρωγμές στους λευκούς τοίχους της και σπασμένα τζάμια στα βυζαντινής τεχνοτροπίας παράθυρά της, από όπου όμως μπορεί κανείς να επιτρέψει στο βλέμμα του να εισβάλλει προς το εσωτερικό του ναού. Εκεί όλα στη θέση τους. Δίπλα στην είσοδο το καμπαναριό χωρίς την καμπάνα του. «Την εκκλησία την έχει ρημάξει ο χρόνος», ακούω από μια παρέα περιπατητών που ανηφορίζει. Γύριζαν από τη συλλογή της «Κοκκινούσκας», ένα μεγάλης γαστρονομικής αξίας μανιτάρι με πορτοκαλέρυθρο καπέλο και με γεύση φουντουκιού, αγαπημένο έδεσμα και Ρωμαίων αυτοκρατόρων. Εξού και το επιστημονικό του όνομα: Αμανίτης ο καισαρικός (Amanita caesarea).
Ο ένας εκ των δύο κυρίων, συνταξιούχος, πήρε το λόγο και είπε πως εδώ βρισκόμαστε στην παλιά εκκλησία του Αγίου Νικολάου, που ο σεισμός των 6,6 ρίχτερ του 1995 την κατέστησε ακατάλληλη για λειτουργία. Οι κάτοικοι του χωριού, όσοι δηλαδή έχουν μείνει, συμπλήρωσε ο άλλος κύριος, αστυνομικός στο επάγγελμα και γιός του, που δεν ζει στον Έξαρχο αλλά στην πόλη των Γρεβενών, εκκλησιάζονται λίγο πιο πάνω στον νέο ναό του Αγίου Νικολάου. «Για την παλιά εκκλησία είχαν υποσχεθεί να την ξαναφτιάξουν μετά το σεισμό, αλλά όπως βλέπετε δεν υπήρξε κάποια πρόοδος. Δεν είναι πολύ παλιά αλλά για την κατασκευή της χρησιμοποιήθηκε ξυλεία από τον Μπούρινο ή Πύρινο.»
«Μπούρινο ή Βούρινο», θέλετε να πείτε. «Όχι, Πύρινος ή και Πούρινος κατά άλλους. Το βουνό που βλέπουμε σήμερα κάποτε ήταν ηφαίστειο. Έγινε κάποια στιγμή έκρηξη και πετάχτηκε ένα καυτό υλικό, σαν φωτιά, πυρά». «Λάβα, λέγεται παππού», συμπλήρωσε ο νεαρός που τους συνόδευε. «Ναι, λάβα, ευχαριστώ! Να, ελάτε λίγο προς τα εδώ. Βλέπετε πίσω από τα πεύκα της αυλής της εκκλησίας, την πλαγιά του λόφου που είναι μαύρη; Το χρώμα αυτό δεν οφείλεται σε καμένα χόρτα, αλλά είναι πέτρες από τη λάβα. Γι αυτό και εμείς εδώ λέμε το βουνό και Πύρινο.»
«Ωστόσο, έχει και πολλά νερά», πρόσθεσα. «Κατεβαίνοντας από την πλαγιά με το εξωκκλήσι του Αγίου Αθανασίου, είδα τη μικρή λίμνη γεμάτη, μια βρύση-νεροκοπάνα για τα ζώα ενώ στα δεξιά του δρόμου ένα συνεχόμενο και πολλών μέτρων πέτρινο και σε αρκετά σημεία συμπληρωμένο από τσιμέντο αυλάκι για το νερό.» «Σωστά. Οι πλούσιοι υδάτινοι πόροι της περιοχής παλιότερα υπήρξαν ο κινητήριος μοχλός πέντε νερόμυλων. Σήμερα, από το νερό αυτό υδροδοτείται ο οικισμός, ενώ υπήρχαν σχέδια να γίνει εμφιάλωσή του προς πώληση. Σκεφτείτε πόσοι θα δούλευαν σε αυτή τη μονάδα εμφιάλωσης, το χωριό θα ξαναζωντάνευε και τί έσοδα και φήμη θα αποκτούσε η περιοχή», συμπλήρωσε κάπως απογοητευμένος ο συνταξιούχος.
Χαιρέτησα την παρέα των μανιταροσυλλεκτών και συνέχισα το ταξίδι προς το χωριό Βάρης, πριν εισέλθω στον επαρχιακό δρόμο Βάρης-Αιανής. Το κομμάτι αυτό του δρόμου από Έξαρχο προς Βάρη αποτελείται από μια, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, ευθεία. Στα αριστερά συνεχίζει ο Μπούρινος, ενώ στα δεξιά μεγαλύτερες εμφανώς εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης και βοσκοτόπια. Μία συνεχόμενη κόκκινη γραμμή, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο φράχτης μιας κτηνοτροφικής μονάδας κοντά σε πλαγιά του βουνού, αιχμαλωτίζεται από τον φωτογραφικό φακό, για την μίνιμαλ διάστασή της. Έναντι του κόκκινου φράχτη μια άλλη «κόκκινη γραμμή» για το φυσικό περιβάλλον. Ένα μεταλλείο εξόρυξης χρωμίτη, η βασική πρώτη ύλη για την παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα.
Για να αποφύγω τις ερωτήσεις και πιθανόν απαγορεύσεις του φύλακα της περιοχής, ανέβηκα σε έναν κοντινό λόφο, απ΄ όπου μπόρεσα να δω το νέο εργοστάσιο κατεργασίας και εμπλουτισμού του χρωμίτη. Εδώ, λοιπόν, φτάνει για επεξεργασία μέσω υπόγειων στοών, το μεγάλης οικονομικής αξίας ορυκτό, που στην περιοχή του Μπούρινου τα αποθέματά του εκτιμώνται γύρω στους 5 εκατ. τόνους, αποτελώντας ίσως το σπουδαιότερο χρωματοφόρο κοίτασμα της Ελλάδας. Βέβαια το κοίτασμα του μεταλλουργικού τύπου χρωμίτη στο ορεινό συγκρότημα του Μπούρινου ήταν ήδη γνωστό από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Ελληνικές εταιρείες δραστηριοποιούνταν στην περιοχή κοντά στο γειτονικό χωριό Χρώμιο. Υπάρχουν επιπλέον αναφορές για εκμετάλλευση του χρωμίτη από τους Γερμανούς την περίοδο της Κατοχής, αλλά και μαρτυρίες για τις προσπάθειες των ανταρτών να θέσουν τα ορυχεία εκτός λειτουργίας.
Σίγουρα τα οικονομικά οφέλη από την εξορυκτική δραστηριότητα είναι τεράστια. Ωστόσο ποιό είναι το τίμημα για το φυσικό περιβάλλον; Μπορούμε να μιλάμε για «γαίας ατίμωσης», όπως έγραφε ο πρωτοπόρος αρχιτέκτονας Δ. Πικιώνης; Είναι κάποιες από τις συνήθεις σκέψεις που προκύπτουν πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις. Ήδη διαπιστώνω τις μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. Η εξόρυξη έχει αλλοιώσει αισθητικά και ουσιαστικά τα αρχέγονα χαρακτηριστικά του φυσικού τοπίου και αναγλύφου, σκόνη και ηχορύπανση παντού. Ίσως όμως οι λεγόμενες μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων που καλούνται να συντάσσουν και να τηρούν οι εταιρείες εξόρυξης, τις μετριάσουν κάπως. Ιδιαίτερα εδώ κοντά στον Μπούρινο, όπου τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες ώστε η γεωλογική του κληρονομιά να ενταχτεί στο δίκτυο γεωπάρκων της Unesco. Ένα δίκτυο γεωλογικών και μεταλλευτικών περιηγήσεων που θα δώσουν πνοή στην τουριστική και επιχειρηματική ανάπτυξη της περιοχής.
Διασχίζω πολύ γρήγορα και τον οικισμό Βάρης, που βρίσκεται ανάμεσα στις παρυφές του Μπούρινου και του Κίσσαβου. Όχι του βουνού της Θεσσαλίας, που «μαλώνει» με τον Όλυμπο στο γνωστό κλέφτικο τραγούδι που συγκίνησε και τον Γκαίτε ώστε να το μεταφράσει κιόλας, αλλά ο Κίσσαβος που βρίσκεται 800 περίπου μέτρα χαμηλότερα του Μπούρινου και έχει ενταχτεί, όπως και ο γείτονάς του, στο δίκτυο Natura. Προσπερνώ με χαμηλή ταχύτητα την μικρή πλατεία, όπου στέκει μαρμάρινος πεσσός εις μνήμη ανώνυμων πεσόντων κατά την πυρπόληση του χωριού στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και λίγα μέτρα πιο πέρα στα αριστερά βρίσκομαι και πάλι στον Νομό Κοζάνης, προς Χρώμιο και Αιανή.
Το έντονα γκρίζο οδόστρωμα εξαιτίας και της μπόρας που είχε ξεσπάσει λίγα λεπτά πριν, είναι απόλυτα ταιριαστό με τα μολυβένια πυκνά σύννεφα που στρογγυλοκάθισαν στις κορυφογραμμές του Μπούρινου. Ανάμεσά τους σκούρες πλαγιές και το χρυσαφένιο χωράφι με τα κομμένα σιτηρά. Σαν πίνακας ζωγραφικής που μπορεί να αποσπάσει την προσοχή των διερχόμενων οδηγών σε μια συνεχόμενη ευθεία μέχρι και το Χρώμιο. Στην επικίνδυνη ομορφιά του τοπίου μπορούν να προστεθούν οι καθιζήσεις και οι λακκούβες στην άσφαλτο που σε μεγάλο βαθμό οφείλονται στη διέλευση βαρέων οχημάτων και φορτηγών. Οι προειδοποιητικές πινακίδες είναι σαφείς: «Προσοχή, είσοδος-έξοδος εργοταξίου». Αναφέρονται προφανώς στις διάφορες εξορύξεις αδρανών υλικών, δεξιά και αριστερά του δρόμου. Οι χωμάτινοι λόφοι της εξόρυξης με το βουνό στο πίσω μέρος τους δίνουν την εντύπωση ενός ενιαίου συνόλου, από τις ελάχιστες ίσως περιπτώσεις μιας καλαίσθητης συνύπαρξης τεχνικών έργων και φύσης. Μειώνω την ταχύτητα μιας και το οδόστρωμα έχει γεμίσει από «μπλάνες» συμπαγείς δηλαδή μάζες χώματος που παρέσυραν τα τρακτέρ κατά την αποχώρησή τους από το βρεγμένα και λασπώδη χωράφια, που ευτυχώς δεν έχουν μετατραπεί ακόμα σε πεδία εξόρυξης. Λίγο πριν την είσοδο στο χωριό του χρωμίτη, το Χρώμιο, ένα ακόμα, ας ελπίσω το τελευταίο, ορυχείο. Έχει τη μορφή ενός σχεδόν ορθογωνίου με αναβαθμίδες κρατήρα. Απέναντι η τετράγωνη δεξαμενή του οικισμού και πίσω στο βάθος ένας επιβλητικός ορεινός όγκος με μια λωρίδα στη μέση. Ένας χωμάτινος δρόμος, πάνω στον οποίο διακρίνονται τα κίτρινα σκαπτικά μηχανήματα. Και εδώ, ένα πεδίο μαχών!
Τα σύννεφα έχουν μερικώς διαλυθεί. Τα ηλιακά πάνελ σε αγροτεμάχιο του οικισμού στρέφονται χαρούμενα προς την πηγή ενέργειάς τους. Θα χρειαστώ και εγώ κάποιες θερμίδες. Ένα διάλειμμα για φαγητό απαραίτητο. Όχι σε κάποια ταβέρνα αλλά κάτι πρόχειρο στο χέρι. Τί άλλο από τον φτωχικό αλλά ιδιαίτερα θρεπτικό συνδυασμό «ψωμί, τυρί, ντομάτα»! Το τυρί (φέτα) είναι από εδώ, από το Χρώμιο! Κάθομαι δίπλα σε μια βρύση στο κέντρο του χωριού. Δίπλα ένα ξύλινος πίνακας με τουριστικές πληροφορίες και μια πινακίδα που γράφει «Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα». Μία ιστορική διάσταση του βουνού, δίπλα σε εκείνες της γεωλογίας και αρχαιολογίας, που αξίζει νομίζω μια επίσκεψη. Το μουσειακό συγκρότημα πλαισιωμένο από ξενώνες, πέτρινα γεφύρια, ανδριάντες και προτομές Μακεδονομάχων και άλλων ιστορικών προσώπων της ελληνικής αρχαιότητας είναι εκεί για να θυμίζει πως το 1878 στον παρακείμενο ναό του Αγίου Νικολάου εγκαταστάθηκε η προσωρινή κυβέρνηση της Ελίμειας και κηρύχθηκε η «Επανάσταση του Μπούρινου» κατά των Οθωμανών και Βουλγάρων, ως απάντηση στη «Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου».
Μετά από μια διαδρομή 4 χλμ. ανάμεσα στη χαμηλή βλάστηση του βουνού και σε νεοφυτευμένα δέντρα, ξαναμπαίνω στο Χρώμιο και στην επαρχιακή οδό Βάρης-Αιανής. Το τοπίο εμφανώς διαφορετικό. Πιο άγριο. Ο δρόμος έχει σκαφτεί στον σκληρό βράχο του βουνού. Η βλάστηση χαμηλή και λιγοστή για τα κατσίκια και τις αγελάδες. Δεξιά και αριστερά της διαδρομής οργανωμένες στάνες αλλά και κάποιες αυτοσχέδιες και πρόσκαιρες. Σε μία από τις στροφές σταματώ ευτυχώς έγκαιρα: ένα κοπάδι αγριογούρουνων έτρεχε μανιωδώς με κατεύθυνση από την πλαγιά του βουνού προς τα δεξιά του δρόμου, όπου έχει δημιουργηθεί η νέα τεχνητή λίμνη του Ιλαρίωνα, ένα ακόμα φράγμα για τα νερά του ποταμού Αλιάκμονα.
Αφήνω να περάσει και το τελευταίο από την παρέα των 5 αγριογούρουνων και λίγα μέτρα μετά σταματώ για να θαυμάσω τη θέα της νέας λίμνης. Το ακανόνιστο περίγραμμά της ακολουθεί εκείνο των ριζών των βουνών που την περιβάλλουν. Θυμίζει αλπική λίμνη. Ένας καλοσχηματισμένος χωματόδρομος διαταράσσει την ηρεμία του τοπίου. Μία παρέμβαση αναγκαία για την διέλευση των φορτηγών που μεταφέρουν αδρανή υλικά από ένα ελαιοπράσινο πέτρωμα, τον ολιβίνη ή δουνίτη, σε παρακείμενο εργοστάσιο. Τον ίδιο δρόμο όμως χρησιμοποιούν κάθε χρόνο, στα μέσα περίπου Ιανουαρίου και οι Καβαλάρηδες της Αιανής και άλλων οικισμών για την μεταφορά των λειψάνων του Οσίου Νικάνορα, από το Μοναστήρι της Ζάβορδας, εντός της λίμνης του Ιλαρίωνα, στην Αιανή.
Το μάτι φτάνει μέχρι και την τεχνητή λίμνη Πολυφύτου, στα ανατολικά του φράγματος της λίμνης Ιλαρίωνα, που αποτελεί μια σημαντική περιοχή για την βιοποικιλότητα και ιδιαίτερα ελκυστική για καταφύγιο και τροφή του φτερωτού κόσμου.
Λίγο έξω από την Αιανή, κοντά στους παλιότερους αμπελώνες της, ίχνη μιας ακόμα εξορυκτικής δραστηριότητας πιθανόν του λευκού και ανοιχτότεφρου πετρώματος του διατομίτη. Η λεκάνη της Αιανής είναι γνωστή μεταξύ άλλων για τις αποθέσεις του εξαιρετικά λεπτόκοκκου, εύθρυπτου πετρώματος που αποτελείται από απολιθωμένα υπολείμματα διατόμων (frustules). Σήμερα, από τις ευρωπαïκές χώρες, η Γερμανία θεωρείται η πρώτη χώρα παραγωγής και εκμετάλλευσης διατομιτών. Ένα βιομηχανικό υλικό με εφαρμογές στην κατασκευή φίλτρων, στην τσιμεντοβιομηχανία (θερμομονωτικά τούβλα), αλλά και στην παρασκευή εντομοκτόνων.
Μία αγριεμένη συμμαχία γκρίζων συννέφων έκανε την εμφάνισή της. Ο καιρός είχε αγριέψει και το πήγαινε για βροχή. Βρίσκομαι λίγα μέτρα έξω από τα πρώτα σπίτια της Αιανής. Χτυπά το τηλέφωνό μου. Είναι ο ανιψιός μου. Να περάσω αν μπορώ από το νέο Στάδιο της Αιανής, σε 30 λεπτά περίπου να τον πάρω, που θα έχει τελειώσει την προπόνησή του. Ο χρόνος αρκετός για μια επίσκεψη στον Άγιο Δημήτριο της Αιανής, στις νοτιοδυτικές παρυφές του Μπούρινου. Μπαίνω στον χωματόδρομο στα αριστερά, στη στροφή μετά το εξωκκλήσι του αγίου Ραφαήλ, διανύω μια απόσταση 2 περίπου χλμ. σε δρόμο όπου κάποιες μεγάλες και μυτερές πέτρες δεν υποδέχτηκαν φιλικά το αυτοκίνητο πόλης, περνώ κάτω από τα καλώδια υψηλής τάσης με τους πυλώνες να στέκονται σαν φύλακες της περιοχής.
Μπροστά μου με σειρά από τα αριστερά προς τα δεξιά ανάμεσα σε ξερά χόρτα, πουρνάρια και δάσος από βελανιδιές η εκκλησία του Αγίου Νέστορα με τους λευκούς σοβατισμένους από τσιμέντο τοίχους ως ανάμνηση του πρώτου ναού των μεταβυζαντινών χρόνων, μιας πετρόκτιστης βασιλικής, τα ερείπια της οποίας στέκουν ακόμα, άγνωστο για πόσο, λίγα μέτρα πιο πέρα.
Από εκεί το βλέμμα μου σηκώθηκε λίγο ψηλότερα σε ένα βραχώδες έξαρμα με την χαρακτηριστική εδώ και χρόνια «λοξή βελανιδιά» πάνω στο οποίο στέκει κοντά στα 1000 χρόνια η τρίκλιτη βασιλική του Αγίου Δημητρίου με την μοναδική ημιεξαγωνική αψίδα της και τα χαραγμένα στην μαλακή πέτρα των τοίχων της ακιδογραφήματα. Στα πόδια της και πολύ κοντά στις παρυφές του βουνού αναπτύσσεται ευλαβικά στον χρόνο και στον ιερό αυτό χώρο δάσος από αιωνόβιες βελανιδιές και πουρναριές, που απλόχερα προσφέρουν την σκιά τους στους κατοίκους της Αιανής, ιδιαίτερα την Πρωτομαγιά, αλλά και στους επισκέπτες στα πλαίσια ενός ήπιου θρησκευτικού τουρισμού. Ενός τουρισμού που θα σέβεται το ιερό αυτό δάσος και θα το προστατεύει από κάθε επίδοξο παραβάτη, σκέφτομαι θυμωμένος μπροστά από ένα δέντρο κομμένο αλλά και εντυπωσιασμένος από την πράξη κάποιων να προστατέψουν τα πεσμένα γέρικα κλαδιά μιας βελανιδιάς με ξύλινα, σαν πατερίτσες, στηρίγματα.
Ο χρόνος των 30 λεπτών που είχα στην διάθεσή μου κύλησε τόσο γρήγορα, όπως γρήγορη ήταν και η αλλαγή της διάθεσης του καιρού. Τα σύννεφα πάνω από τον Μπούρινο καραδοκούσαν ενώ στο βάθος στην αντίθετη πλευρά προς την Αιανή και την Κοζάνη η βροχή έπεφτε σαν κουρτίνα. Με τις πρώτες χοντρές ψιχάλες να κάνουν την εμφάνισή τους και στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου, ξεκίνησα για το γήπεδο για να παραλάβω τον Αλέξανδρο. Επιλέγω μια εναλλακτική διαδρομή κατά 500 μέτρα μακρύτερη από την αρχική αλλά σε δρόμο χωμάτινο σχεδόν χωρίς πέτρες και σε τμήμα με άσφαλτο. Την ίδια στιγμή επέστρεφε εξαιτίας προφανώς του καιρού στην στάνη που βρίσκεται πίσω από τον Άγιο Νέστορα κοπάδι από ατίθασες και βιαστικές κατσίκες. Σταματώ για λίγο ώσπου να περάσει όλο το κομβόι, χαιρετώ τον ηλιοκαμένο βοσκό και ανεβάζω ταχύτητα.
Περνώ τα πευκόφυτα άλση των Αγίων Αναργύρων και εκείνο με την δεξαμενή νερού για την υδροδότηση της Αιανής και πέφτω σε ένα μικρό μποτιλιάρισμα έξω από το νέο στάδιο της Αιανής. Οι ποδοσφαιριστές της τοπικής ομάδας «Αλιάκμων», σαν τον ομώνυμο ποταμό, ξεχύθηκαν στα αυτοκίνητά τους κάπως άτσαλα εξαιτίας και της επικείμενης καταιγίδας. Κάπου εκεί και ο ανιψιός. Περιμέναμε να διαλυθεί το μικρό κομφούζιο. Με υπομονή και στην ουρά της αυτοκινητοπομπής συνεχίζω έχοντας στα αριστερά μια σειρά από ψιλόλιγνα κυπαρίσσια σαν και εκείνα του τοσκανικού τοπίου. Είχα ήδη προσπεράσει κάποια άλογα φαίνεται πως ήταν τα μόνα που χαίρονταν την απότομη αυτή αλλαγή του καιρού. Απτόητα συνέχιζαν την βοσκή τους.
Φτάσαμε στην Αιανή, κοντά στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, στο σημείο που σύμφωνα με τον ψηφιακό χάρτη τερματιζόταν η επαρχιακή οδός Βάρης-Αιανής, που μαζί με άλλες τρείς συνιστούν μία ενδιαφέρουσα και πολυδιάστατη διαδρομή στα δυτικά του Βούρινου ή Μπούρινου.
Κείμενο και φωτογραφίες: Πασχάλης Τούνας.
Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)