Sí mi amor

Ένα διήγημα της Ελίζας Παναγιωτάτου

Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)

Η Ελίζα Παναγιωτάτου, μια νεαρή συγγραφέας που ζει στο Βερολίνο, διηγείται στο diablog.eu για μια γυναίκα, ένα μεγάλο ταξίδι, μια συνάντηση και για τα τραύματα που κρύβονται μέσα σε όλα αυτά. 

Πέντε λουλούδια κάθε πρωί. Εδώ και δύο βδομάδες ξυπνάω με πέντε λουλούδια ακουμπισμένα δίπλα μου. Ποτέ δεν τα έχει κάνει μπουκέτο. Τα ακουμπάει στη σειρά, το ένα δίπλα στο άλλο, ή σε σχήματα, ένας κύκλος, μια γραμμή, κάτι που μοιάζει με παραλληλόγραμμο. Είναι πιο όμορφα έτσι όταν τα κοιτάζεις από πάνω, λέει.

Δεν τον ακούω που σηκώνεται, που φεύγει και ξανάρχεται με τα λουλούδια. Ούτε που ξαναφεύγει. Όταν ξυπνάω, είναι αργά και νιώθω βαριά. Ξέρω πως εκείνος έχει κατέβει κάτω και κοιτάει τη θάλασσα ενώ παράλληλα απασχολεί τα χέρια του με κάτι. Εγώ αργώ να κατέβω. Θέλει προσπάθεια αυτές τις μέρες να νιώσω καλά και κάθε μέρα μου φαίνεται και πιο σημαντικό να είμαι όμορφη απ’ το πρωί. Οπότε παίρνω το χρόνο μου, κάνω μπάνιο, μαζεύω τα μαλλιά μου, τα λύνω ξανά, διαλέγω τα ρούχα μου προσεκτικά. Κάποιες φορές βάφω τα νύχια μου. Του αρέσουν βαμμένα και έχει δίκιο. Αν είναι να τρέμουν τα χέρια μου, ας τρέμουν τουλάχιστον με στυλ.

Το τρέμουλο το έχω εδώ και τρεις βδομάδες. Σταμάτησα να καπνίζω και με το που έφυγε το τσιγάρο, ήρθε το τρέμουλο. Κυρίως στο δεξί χέρι και κυρίως το πρωί. Όταν κάθομαι, βάζω το χέρι μου κάτω από το πόδι και σταματάει. Αν είμαι όρθια, πιάνω το δεξί μου χέρι με το αριστερό και το σφίγγω μέχρι που μουδιάζει.

Σήμερα το πρωί έβαψα τα νύχια μου πορτοκαλί. Έχω πάρει χρώμα και κάνει ωραία αντίθεση, πιστεύω. Επίσης σήμερα το πρωί ο Χούλιο μου έφερε πέντε πορτοκαλί ζέρμπερες. Σήμερα ήταν το τελευταίο μας πρωί μαζί οπότε ήταν κάπως μελαγχολικά. Πριν πάρω το λεωφορείο που θα με πήγαινε στο αεροδρόμιο, μού χάρισε ένα δαχτυλίδι με μια μικρή γαλάζια πέτρα. Μετά έκλαψα λίγο, παρότι δεν ήθελα καθόλου να κλάψω, μετά τον ευχαρίστησα και μετά το ευχαριστώ δεν είπα τίποτα άλλο.

Το ταξίδι μου ξεκίνησε με καθυστέρηση. Έφταιγαν λέει κάποια ακραία καιρικά φαινόμενα πάνω από τη χερσόνησο του Γιουκατάν. Κοίταξα έξω, μόνο ήλιος και γαλάζιος ουρανός. Φύγαμε δύο ώρες μετά την προγραμματισμένη αναχώρηση. Και τώρα είμαι εδώ και περιμένω, μιας και έχασα την ανταπόκριση. Έχω αρκετό χρόνο. Το ραντεβού στο νοσοκομείο είναι μεθαύριο. Μέχρι τότε θα έχω φτάσει σίγουρα, μου είπαν. Η αλήθεια είναι πως δεν με νοιάζει πού θα περιμένω. Αυτό το εισιτήριο ήταν το πιο φτηνό, είχε μια ανταπόκριση παραπάνω και αρκετές ώρες αναμονή, κάτι σαν γύρος του κόσμου, όμως αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει χαμένος χρόνος.

Αίσθηση υφάσματος, έκθεση Kostas Murkudis, mmk 2015-16, © diablog.eu

Πριν τρεις βδομάδες έκανα την ανάποδη διαδρομή. Ή μάλλον πριν τρεις βδομάδες έγινε η διάγνωση. Για την αντιμετώπιση της κατάστασης υπήρχε μόνο ένας δρόμος, οι γιατροί είχαν συμφωνήσει μεταξύ τους κι εμένα δεν με ρώτησαν καν. Μετά η μόνη λύση ήταν να φύγω. Αν είναι να περιμένεις να σε πετσοκόψουν, ας περιμένεις τουλάχιστον με καλό καιρό. Έτσι έκλεισα εισιτήριο και μετά ξενοδοχείο, Μεξικό, Γιουκατάν, ένα νησί στην Καραϊβική, παραδεισένια νερά, λευκή άμμος. Πήρα μαζί μου μια μικρή βαλίτσα κι έφυγα. Στα παιδιά μου είπα ότι θα πήγαινα στο Βέλγιο για δουλειά. Συμβαίνουν πολλά στη ζωή όλων τον τελευταίο καιρό και με πίστεψαν όταν τους είπα πως είχα ξεχάσει να τους το πω νωρίτερα. Μάζεψα καλοκαιρινά ρούχα και αντηλιακά. Είχα κοκαλώσει από το φόβο. Πραγματικά δεν ήθελα καθόλου να πεθάνω.

Προσγειώθηκα στη ζέστη και έφτασα εξαντλημένη στο ξενοδοχείο που είχα κλείσει, δωμάτιο με θέα τη θάλασσα, κράτηση για τρεις βδομάδες. Ένας άντρας που ήταν το πιο κοντινό σε Ινδιάνο που είχα συναντήσει στη ζωή μου με οδήγησε στο δωμάτιό μου. Όταν βρεθήκαμε και οι δύο στον κλειστό χώρο με τις αραχνοΰφαντες κουρτίνες, μύρισα τον ιδρώτα του και ένιωσα άβολα. Ο Ινδιάνος έφυγε γρήγορα, αφού του έδωσα δύο δολάρια για να τον ευχαριστήσω που μου κουβάλησε τη βαλίτσα. Πάνω στο κρεβάτι υπήρχαν δύο πετσέτες σε σχήμα όρθιου κύκνου και γύρω τους ροδοπέταλα. Έκατσα δίπλα στους κύκνους, χάλασα τον έναν γιατί χρειαζόμουν την πετσέτα, έκανα ντους και βγήκα βόλτα. Δεν ήταν ώρα για ύπνο, θα περίμενα να νυχτώσει.

Ήταν απόγευμα. Έκατσα σε μια σκιά κοντά στο νερό και παράγγειλα μια πιατέλα ανάμεικτα ψαρικά και τεκίλα. Το γκαρσόνι πήρε την παραγγελία μου και μετά από λίγο καθόταν στο τραπέζι μου ένας άντρας με γκρίζα μακριά μαλλιά πιασμένα κοτσίδα και χέρια γεμάτα σημάδια, που μου συστήθηκε ως ο ιδιοκτήτης και μετά μου είπε ότι σέβεται τις γυναίκες που πίνουν στο ηλιοβασίλεμα. Με κέρασε τo ποτό μου και όταν έκλεισε το μαγαζί, ήρθε μαζί μου στο ξενοδοχείο. Κάναμε έρωτα αμέσως και όταν τελειώσαμε βγήκαμε έξω να μου δείξει το χωριό. Δεν το έχω ξανακάνει ποτέ αυτό, με έναν άγνωστο και χωρίς πολλή συζήτηση. Η τεκίλα είναι φάρμακο, μου είπε, αλλά δεν ξέρω ποια είναι η αρρώστια. Πάμε δεξιά εδώ να φάμε κάτι, πεινάω. Κάτσαμε σε μια παράγκα που ήταν και εστιατόριο, γύρω από τη λάμπα είχαν μαζευτεί τα ζωύφια όλου του κόσμου και η γεννήτρια έκανε θόρυβο συνεχώς.

Ήπια λίγο ακόμα, μέθυσα και βγήκα έξω από το σώμα μου. Ήταν πολύ ευχάριστο συναίσθημα. Έπαιζα με την άμμο ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών μου. Άρχισα να μιλάω γρήγορα και να νιώθω όλο και πιο όμορφη. Αισθανόμουν το βλέμμα του πάνω μου και του έλεγα ιστορίες. Πού και πού πρόσθετε κι εκείνος κάτι. Έτσι έμαθα ότι είχε μεγαλώσει σ’ αυτό το νησί. Ότι είχε κάνει διάφορες δουλειές. Ότι δεν πίστευε στον θεό αλλά στην καλοσύνη. Και ότι είχε τρία παιδιά με δύο γυναίκες. Έλα να σου κάνω κι εσένα ένα, μου είπε και με τράβηξε πάνω του αγκαλιάζοντάς με από τους ώμους. Είμαι μεγάλη πια, του απάντησα, άσε που έχω δύο και μου φτάνουν. Κι επίσης σε τρεις βδομάδες θα μου κόψουν το στήθος.

Όταν γυρίσαμε στο δωμάτιο με έγδυσε, με ξάπλωσε στο κρεβάτι ανάσκελα και με ρώτησε ποιο από τα δύο. Μετά άρχισε να με ρωτάει τι ακριβώς θα γίνει κι εγώ του εξηγούσα όσα είχα καταλάβει, για να καταλήξω πως εκεί που τώρα βλέπει μια μάζα, σε δύο βδομάδες θα υπάρχει μια ουλή. Εκείνος περνούσε ξανά και ξανά το δάχτυλό του πάνω από το σημείο της μελλοντικής ουλής και η κίνησή του με ανακούφιζε πραγματικά. Κόντεψα να αποκοιμηθώ αλλά ανέβηκε πάνω μου και τον ένιωσα να μπαίνει μέσα μου με τόση ευκολία που πραγματικά με εξέπληξε. Μετά κάναμε έρωτα ξανά και ξανά, όπως είχα να κάνω σίγουρα καμιά δεκαετία.

Αίσθηση υφάσματος, έκθεση Kostas Murkudis, mmk 2015-16, © diablog.eu

Οι αμαζόνες είχαν ένα βυζί, μου είπε την άλλη μέρα. Ναι, για να κρεμάνε τη φαρέτρα, όχι γιατί είχαν καρκίνο, του είπα και παράγγειλα μια πιατέλα με ανάμεικτα ψαρικά. Για να πολεμάνε σαν άντρες, μου είπε. Σιγά την τιμή, απάντησα χαμογελώντας. Όση ώρα μιλούσαμε, το πόδι του ακουμπούσε τη γάμπα μου κάτω από το τραπέζι.

Μετά πήραμε ένα κανό και ξεκινήσαμε για τα ανοιχτά. Μισή ώρα αργότερα και ενώ εγώ είχα εξαντληθεί και τον είχα αφήσει να κάνει κουπί μόνος του, φάνηκε στα δεξιά ένας κλειστός κόλπος με μια μικρή παραλία. Και ενώ όση ώρα ανοιγόμασταν είχε ησυχάσει, όταν φάνηκε η παραλία άρχισε να μου δείχνει διάφορα και να μου μιλάει ακατάπαυστα, κι εγώ καταλάβαινα μόνο τα μισά γιατί μιλούσε προς τα μπροστά κι εγώ καθόμουν πίσω του, και τα περισσότερα λόγια του ανακατεύονταν με τον αέρα. Όμως ο ήχος της φωνής του με παρηγορούσε βαθιά. Και ξαφνικά, εκείνη τη στιγμή, τα κατάλαβα όλα. Ξαφνικά τα κατάλαβα όλα και σταμάτησα να φοβάμαι. Ήταν σαν να άναψε κάποιος το φως. Όλα όσα ήταν θαμπά απέκτησαν καθαρό περίγραμμα. Όταν γυρίσαμε πίσω στο δωμάτιο, του είπα πως αν δεν πεθάνω, θα γίνω δέκα χρόνια νεότερη και θα έρθω πίσω να του κάνω όσα παιδιά θέλει. Sí mi amor, μου απάντησε και με έσπρωξε στο κρεβάτι.

Από την υπόσχεση αυτή έχουν περάσει δύο βδομάδες. Περπατήσαμε όλο το νησί. Κολυμπήσαμε σε κάθε παραλία. Είδαμε παράξενα πλάσματα σαν καβούρια σκαρφαλωμένα το ένα πάνω στο άλλο εκεί που σκάει το κύμα. Γελάσαμε με τις χοντρές γυναίκες που μπαίνουν στο νερό και δεν κολυμπάνε αλλά στέκονται σε κύκλο και μιλάνε και μετά βγαίνουν έξω και συνεχίζουν να μιλάνε. Ψάξαμε τη σωστή λέξη, πώς λένε στα αγγλικά τις φώκιες, κανείς από τους δυο μας δεν ήξερε. Ακουμπήσαμε ο ένας τον άλλο με κάθε τρόπο. Περπατήσαμε στη βραδινή γιορτή με μαλλί της γριάς και χειροκίνητο καρουζέλ. Είδαμε τα ψάρια που έβγαζαν οι ψαράδες και τα έκοβαν κομμάτια στην παραλία για να τα πουλήσουν εκεί. Τα πουλιά που μαζεύονταν να φάνε ό,τι περίσσευε. Τις λεκάνες που γέμιζαν κομμάτια κόκκινη σάρκα. Είδαμε νέες Αμερικάνες που έψαχναν τον έρωτα ή έστω τον Λατίνο που θα τις αποπλανήσει. Ζευγάρια που δεν μιλιούνταν. Γιαπωνέζες που φωτογραφίζονταν στο ηλιοβασίλεμα. Πελεκάνους.

Ο Χούλιο μιλούσε σπαστά αγγλικά και είχε δεμένο, μαυρισμένο σώμα. Σε κάποια σημεία άρχιζε να φαίνεται η ηλικία του, εκεί που το σώμα του δεν γέμιζε το δέρμα όπως παλιά. Τραβούσα το δέρμα που περίσσευε και τον έλεγα lover boy. Με ξάπλωνε μπρούμυτα και ερχόταν από πάνω μου με δύναμη. Γίνεται κι έτσι. Κι έτσι. Κι έτσι. Και κάπως έτσι ξεχάστηκα.

Και τώρα, σε αυτήν την αίθουσα αναμονής, μετά από αρκετές μέρες νιώθω πρώτη φορά πως βαριέμαι. Χαίρομαι γι’ αυτήν την επιστροφή στην κανονικότητα. Δίπλα μου κάθεται μια γυναίκα πολύ νεότερή μου ντυμένη αεροσυνοδός. Φαίνεται να βαριέται κι αυτή. Την κοιτάζω, τα νύχια της είναι βαμμένα στην εντέλεια, το καπελάκι της είναι βαλμένο στραβά. Αναρωτιέμαι αν οι αεροσυνοδοί βάφουν μόνες τους τα νύχια τους. Εγώ όσο κι αν συγκεντρωθώ, δεν τα καταφέρνω τόσο καλά. Με το αριστερό κάτι γίνεται, το πρόβλημα είναι το δεξί. Ίσως να βάφουν η μία τα νύχια της άλλης, ποιος ξέρει.

Μετά σκέφτομαι τον Χούλιο γιατί μου λείπει. Βγάζω το κινητό να του στείλω κάτι και βλέπω που με έχει προλάβει με μια φωτογραφία τοπίο με θάλασσα και στο βάθος δύο βάρκες. Δεν τον περίμενα τέτοιο ρομαντισμό, αλλά από την άλλη, γιατί όχι;

Για τη συγγραφέα

Χαρακτηριστική γυναίκα πορτρέτο Eliza Panagiotatou

Η Ελίζα Παναγιωτάτου (1984) γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Ακολούθησαν η Γερμανία, το Μπενίν και η Μαδαγασκάρη. Από το 2019 ζει και εργάζεται στο Βερολίνο. Έχει εκδώσει τα εξής βιβλία: (δε) μιλάς (μαρτυρία, μαζί με την Λίντα Ακέντε, εκδ. Ουαπίτι 2016), Τεχνικές κολύμβησης (μυθιστόρημα, εκδ. Αντίποδες 2017), Πρίνσες (νουβέλα, εκδ. Ουαπίτι 2019).

Κείμενο: Ελίζα Παναγιωτάτου. Φωτογραφίες: ιδιωτικές και diablog.eu (από την έκθεση Κομμένο και ραμμένο του Κώστα Μουρκούδη στο ΜΜΚ Φραγκφούρτη, το 2016).

Αυτή η καταχώρηση είναι διαθέσιμη και στα: Deutsch (Γερμανικά)

1 σκέψη στο “Sí mi amor”

  1. Umwerfend !
    Das sollten mehr Menschen lesen / hören …
    Vielen Dank liebe
    Ελίζα Παναγιωτάτου
    Vielleicht können wir ja mal eine Lesung bei mir hier in Berlin machen (studio_Berten).
    Wenn es wieder geht …
    Keine Sorge – bin seriös. Michaela Prinzinger kennt mich.

    Απάντηση

Σχολιάστε